Οι απέναντι
Καπίνο: «Δεν φοβήθηκα να πάω στον Ολυμπιακό»
Ο Έλληνας τερματοφύλακας μίλησε στο meinwerder.de για την καριέρα του, καθώς και για τα ελληνικά ντέρμπι και το συναίσθημα να αγωνίζεται ένας ποδοσφαιριστής σε παιχνίδια Ολυμπιακού και Παναθηναϊκού.
Ο Έλληνας τερματοφύλακας μίλησε στο meinwerder.de για την καριέρα του, καθώς και για τα ελληνικά ντέρμπι και το συναίσθημα να αγωνίζεται ένας ποδοσφαιριστής σε παιχνίδια Ολυμπιακού και Παναθηναϊκού.
Αναλυτικά απόσπασμα των όσων είπε:
– Σου αρέσει το ρίσκο, ο κίνδυνος;
«Ναι, μου αρέσει (γέλια). Γιατί;»
– Μεγάλωσες στον Πειραιά, αλλά στη συνέχεια δεν πήγες στον Ολυμπιακό. Έπαιξες στον μεγάλο αντίπαλο, τον Παναθηναϊκό. Ακούγεται τρελό!
«Όχι, δεν είναι τρελό. Εκείνη την εποχή έπρεπε να αποφασίσω μεταξύ των δύο συλλόγων. Ο Παναθηναϊκός μου έδωσε την ευκαιρία να παίξω, γι ‘αυτό αποφάσισα να πάω εκεί. Αργότερα έπαιξα και στον Ολυμπιακό. Αυτή είναι η ζωή του ποδοσφαιριστή».
– Έκανες πολύ καλή αρχή στον Παναθηναϊκό, μόλις στα 17 σου, έκανες το ντεμπούτο σου στην πρώτη κατηγορία και λίγο αργότερα στην Εθνική ομάδα. Είσαι κάτοχος αυτού του ρεκόρ. Είσαι υπερήφανος;
«Φυσικά είμαι υπερήφανος. Είναι καλό που το όνομά μου συνδέεται με αυτό».
– Αυτό δεν αυξάνει αυτόματα την πίεση στη χώρα σου;
«Όταν φτάνεις τόσο ψηλά ως νέος, τότε περιμένεις να εξελιχθούν τα πράγματα πολύ γρήγορα. Αλλά αυτό δεν είναι τόσο εύκολο. Δεν έχει να κάνει μόνο με σένα, αλλά και με τη βοήθεια της ομάδας και των προπονητών. Σε αυτήν την ηλικία πολλά λάθη μπορούν να συμβούν, δεν έχει μεγαλώσει ακόμα πραγματικά».
– Είναι πιο δύσκολο να είσαι τερματοφύλακας σε αυτή την κατάσταση, παρά παίκτης σε άλλη θέση;
«Είναι διαφορετικό, σίγουρα. Αν είσαι τερματοφύλακας, πρέπει να είσαι συγκεντρωμένος στο 100%, γιατί ίσως να έχεις την ευκαιρία σου μόνο μία φορά. Μερικές φορές πρέπει να περιμένεις μέχρι να τραυματιστεί κάποιος ή να αποβληθεί. Γι ‘αυτό πρέπει να δίνεις το μέγιστο σε κάθε προπόνηση για να δείξεις ότι είσαι εκεί και ότι η ομάδα μπορεί να σε εμπιστευτεί».
– Ακούγεται σαν να είναι η υπομονή η μεγάλη σου δύναμη. Είναι η εντύπωση παραπλανητική;
«Δεν ήταν (γέλια). Αλλά είναι κάτι για το οποίο δουλεύω πολύ. Η ανυπομονησία ήταν ένα από τα μεγαλύτερα λάθη που έκανα τα τελευταία χρόνια. Εν τω μεταξύ, νιώθω πιο ώριμος και μπορώ να αντιμετωπίσω κάποιες καταστάσεις πολύ καλύτερα. Πλέον είμαι πραγματικά υπομονετικός, μπορώ να περιμένω (γέλια)».
– Πόσο δύσκολη ήταν η μετακίνηση στη Βρέμη; Κανονικά, ένας τερματοφύλακας έρχεται σε ένα σύλλογο για να είναι ο Νο1. Σε σένα ήταν σαφές πως θα είσαι πίσω από τον Γίρι Παβλένκα.
«Σωστά, αλλά το πρότζεκτ που συνάντησα στη Βέρντερ ήταν πολύ καλό. Ο Φλόρια Κόφελντ, ο Κρίστιαν Βάντερ και ο Φρανκ Μπάουμαν μου έδειξαν αμέσως ότι με θέλουν. Ήθελα επίσης πραγματικά να αλλάξω παραστάσεις, να βρεθώ σε ένα υγιές περιβάλλον και πιστεύω, ευχαριστώ τον Θεό, ότι αυτή ήταν μια από τις καλύτερες αποφάσεις μου. Είναι μια μεγάλη ομάδα. Στα αποδυτήρια η ατμόσφαιρα είναι η καλύτερη που έχω συναντήσει ποτέ μου. Γι’ αυτό έχουμε μια τόσο καλή σεζόν. Βρισκόμαστε στα προημιτελικά του Κυπέλλου, είμαστε όγδοοι στη Bundesliga. Όλα αυτά συνιστούν επιτυχία για εμάς».
– Όταν ήρθες στη Βρέμη, τραυματίστηκες κι έμεινες εκτός. Πόσο σκληρό ήταν;
«Ήταν πολύ δύσκολο γιατί έκανα καλή αρχή στη Βέρντερ. Είχα έναν αντίστοιχο τραυματισμό στο παρελθόν, όταν ήμουν στον Ολυμπιακό. Εκείνη την εποχή δεν είχα κάνει σωστή αποκατάσταση, γιατί ήθελα να παίξω γρήγορα ξανά. Αυτή τη φορά ήμουν πιο υπομονετικός».
– Έχεις βιώσει συγκρίσιμη ατμόσφαιρα στην Ελλάδα;
«Είναι εντελώς διαφορετικό. Όταν παίζεις στις κορυφαίες ομάδες εκεί, η πίεση είναι τεράστια. Δεν επιτρέπεται να χάσεις ούτε ένα παιχνίδι. Όταν υπάρχει τόσο μεγάλη πίεση, δεν είναι τόσο εύκολο να το διαχειριστούν τα αποδυτήρια. Υπάρχει επίσης πίεση εδώ στη Βρέμη, αλλά με τη θετική έννοια».
– Μετά τον Παναθηναϊκό, έπαιξες για ένα χρόνο στη Μάιντς πριν γυρίσεις στην Ελλάδα για τον Ολυμπιακό. Φοβήθηκες την ένταση για την επιλογή σου;
«Έπαιξα και στις δύο ομάδες και για αυτό ξέρω πώς αισθάνεσαι όταν βρίσκεσαι σε κάθε μια από τις δυο ομάδες. Ως Έλληνας δεν φοβήθηκα, αν και δεν είναι καλό να συμβαίνουν τέτοια πράγματα. Εάν μπορείς να διαχειριστείς την ατμόσφαιρα που επικρατεί στα παιχνίδια, είναι υπέροχο να παίζεις σε τέτοια παιχνίδια, είναι απίστευτο το συναίσθημα σε αυτά τα ντέρμπι μεταξύ Ολυμπιακού και Παναθηναϊκού».
– Στη Γερμανία ασχοληθήκαμε τα τελευταία χρόνια πολύ με τα οικονομικά προβλήματα της Ελλάδας. Εσύ πως χρησιμοποιείς τα χρήματα που κερδίζεις από το ποδόσφαιρο;
«Φυσικά για να βοηθήσω την οικογένειά μου. Αυτό έχω κυρίως στο μυαλό μου. Όταν έβγαλα τα πρώτα μου χρήματα, προσπάθησα να πείσω τη μητέρα μου να σταματήσει να δουλεύει. Ήταν καθαρίστρια για περίπου 20 χρόνια. Ήθελα να της προσφέρω μια καλύτερη ζωή, γιατί εκείνη και ο πατέρας μου δούλευαν μια ζωή για να μας προσφέρουν ό,τι μπορούσαν. Δεν μας έλειπε τίποτα, όμως δούλευαν όλη μέρα γι’ αυτό. Με τα λεφτά που βγάζω, θέλω να τους δώσω και τη δυνατότητα να όχι μόνο να δουλεύει, αλλά και να ζήσει».