Editorial
Μόνο με τη φανέλα, δεν κέρδισε κανείς!
Το «one man show» του Κιθ Λάνγκφορντ που πρέπει να προβληματίσει, ο ρόλος – «κλειδί» του Ίαν Βουγιούκα και η πιθανή αιτία της εκτός έδρας ανυπαρξίας του Παναθηναϊκού τα τελευταία χρόνια.
Το «one man show» του Κιθ Λάνγκφορντ που πρέπει να προβληματίσει, ο ρόλος – «κλειδί» του Ίαν Βουγιούκα και η πιθανή αιτία της εκτός έδρας ανυπαρξίας του Παναθηναϊκού τα τελευταία χρόνια.
Ο Παναθηναϊκός δε κατάφερε να φύγει νικητής ούτε από τη Βιτόρια, συνεχίζοντας την κακή συνήθεια που έχει τα τελευταία χρόνια, να γυρνάει ηττημένος στην Αθήνα. Αυτή η κατά εξακολούθηση αδυναμία του να μπορέσει να φανεί ανταγωνιστικός μακριά από το σπίτι του, πρέπει πλέον να προβληματίσει έντονα το τεχνικό επιτελείο, γιατί δε μπορώ να το αποδώσω πουθενά αλλού, πέρα από την κακή πνευματική προετοιμασία. Βέβαια, στη Βιτόρια, όπως και στην Εφές, η ομάδα δε μπόρεσε να τα πάει καλά, ούτε σε τεχνικό επίπεδο.
Η ήττα ήρθε και κακά τα ψέματα ήταν και μικρή σε σχέση με τον τρόπο που έπαιξε η ομάδα. Αυτό βέβαια οφείλεται στο “one man show” του Λάνγκφορντ που κατάφερε, με αυστηρά προσωπικές ενέργειες και ατελείωτο «1 vs 1», να γυρίσει το ματς. Αυτό, όμως, όσο εντυπωσιακό και να είναι, δεν αποτελεί σε καμία περίπτωση ορθολογικό μπάσκετ. Και εδώ εντοπίζεται το μεγαλύτερο πρόβλημα της ομάδας. Το «1 vs 1» με τέσσερις στάσιμους of ball παίκτες και τον έναν να προσπαθεί να βγάλει το φίδι από τη τρύπα, δεν είναι μπάσκετ. Μηδαμινές συνεργασίες, καθόλου αυτοματισμοί και ελπίδα να μπει η μπάλα στο καλάθι, αλλιώς το κακό αμυντικό transition θα οδηγήσει σε εύκολους πόντους.
Το μοναδικό σημείο του αγώνα που οι «πράσινοι» έπαιζαν μπάσκετ ουσίας ήταν όταν βρέθηκε στο παρκέ στο πρώτο ημίχρονο ο Βουγιούκας. Ο Ίαν, εκτός από πολύ καλές κινήσεις και αποτελεσματικά τελειώματα, έχει μία φοβερή αίσθηση του παιχνιδιού. Διαβάζει άριστα τις φάσεις, έχει το μυαλό του στην πάσα και είναι πάντα έτοιμος να δώσει την ασίστ στον παίκτη που κόβει στη ρακέτα. Έτσι ακριβώς έγινε και στην Ισπανία. Είχαμε τονίσει από την αρχή της χρονιάς και αρκετές φορές μάλιστα ότι το «Τριφύλλι» στερείται δεύτερου οργανωτή μετά τον Καλάθη και ότι μία λύση σε αυτό είναι η χρησιμοποίηση του Βουγιούκα σαν playmaker ρακέτας. Παράλληλα, ο Έλληνας center έκανε μία συγκινητική προσπάθεια στο πίσω μέρος του παρκέ. Ξέρουμε τις αδυναμίες του, αλλά προχθές, όπως και πάντα άλλωστε, προσπάθησε να τις κρύψει και το κατάφερε σε μεγάλο βαθμό.
Ο Καλάθης έκανε ένα από τα χειρότερα του παιχνίδια, αν όχι το χειρότερο του με τη πράσινη φανέλα. Δε μπορώ να θυμηθώ άλλο ματς που είχε αρνητικό συντελεστή ασίστ-λαθών. Θεωρώ όμως τελείως λάθος όσους προσπαθήσουν να μηδενίσουν τον Καλάθη και να ξεκινήσουν τη γκρίνια για την εικόνα που δείχνει φέτος, που σε καμία περίπτωση δεν είναι σαν την περσινή. Έχουμε εξηγήσει τους τεχνικούς λόγους που συμβαίνει αυτό, αλλά να είστε σίγουροι ότι ο Νικ θα επιστρέψει. Ίσως να μη φτάσει τα περσινά στάνταρ απόδοσης, αλλά θα βρει το ρυθμό του. Αναγκαίο είναι να τον βρει γρήγορα και να ξεκινήσει να ευστοχεί κυρίως από την περίμετρο για να ανοίξουν περισσότερο οι άμυνες.
Ακόμη, θα πρέπει να αναφέρουμε πως είδαμε στη “Φερνάντο Μπουέσα Αρένα” τελείως διαφορετικό ματς από αυτό που έγινε λίγες ώρες πριν κόντρα στην Μπαρτσελόνα. Στον αγώνα εκείνο ο Παναθηναϊκός έδειξε για πρώτη φορά τι άμυνα θέλει να παίξει, φάνηκε διαβασμένος και ορεξάτος να ακολουθήσει το πλάνο. Αυτό είχε πολλαπλά οφέλη, καθώς του έδινε τη δυνατότητα να μπλοκάρει αμυντικά την Μπατρσελόνα και να τρέξει στο ανοικτό γήπεδο χτυπώντας το κακό αμυντικό transition των Ισπανών. Περίπου 48 ώρες μετά στη Βιτόρια, έγινε ακριβώς το αντίθετο για 30 αγωνιστικά λεπτά. Πολύ παθητική άμυνα, κακές και λάθος βοήθειες, παίκτες που επέτρεπαν κοψίματα στην πλάτη τους από έλλειψη συγκέντρωσης και προσήλωσης, αργές περιστροφές, έδωσαν το δικαίωμα στη Μπασκόνια, είτε να έχει πλεονέκτημα κάτω από το καλάθι ή να βρίσκει ελεύθερο σουτ. Αν σε αυτό συμπεριλάβουμε και τα τρομερά ποσοστά της ισπανικής ομάδας, καταλαβαίνουμε γιατί το μέγεθος της ήττας είναι κολακευτικό για τους «πράσινους»
Πέρα από τα τεχνικά ζητήματα, πρέπει αυτή η άρρωστη πλέον κατάσταση που βλέπουμε μακριά από το ΟΑΚΑ να αλλάξει το συντομότερο. Είμαστε στο ίδιο έργο θεατές εδώ και πολύ καιρό. Τελευταίο μεγάλο διπλό ήταν κόντρα στη Μπαρτσελόνα στα Play-Offs του 2013. Είναι πολλά τα χρόνια για τον Παναθηναϊκό. Η φανέλα από μόνη της, όσο βαριά και να είναι, δε μπορεί να χαρίσει τη νίκη σε κανέναν αν δεν παίξει μπάσκετ. Δεν έχει σημασία αν είσαι Παναθηναϊκός , Ρεάλ, Lakers ή οτιδήποτε άλλο, αν δε βγεις με το μαχαίρι στα δόντια, έτοιμος να θυσιαστείς για τη νίκη… θα χάσεις.
Τέλος, θα ήταν αδικία να μη σταθούμε λίγο στην εμφάνιση του Λάνγκφορντ. Ο άνθρωπος βρισκόταν στη ζώνη του λυκόφωτος. Σκόραρε σχεδόν με κάθε πιθανό τρόπο. Σουτ μέσης απόστασης μετά από ντρίπλα, δύσκολο fade away, σουτ που επιδίωκε την επαφή, τρίποντο από τα 8.5 μέτρα. Είναι γνωστό το επιθετικό του ταλέντο, αλλά πέρα από αυτό έδειξε την καρδιά και τη νοοτροπία νικητή που διαθέτει, γιατί ήταν ο μόνος που πίστευε στην ανατροπή.