Editorial
Τζέιμς Γκιστ – «Το μπάσκετ, η ζωή μου»
Από την Τουρκία στη Γερμανία και από τη Μάλαγα στον Παναθηναϊκό. Ο Γιάσμιν Ρέπεσα, οι ομοιότητες με το Μάικ Μπατίστ και ο «αδερφός» του, Στεφάν Λάσμε. Ο Αργύρης Πεδουλάκης και ο «θρύλος» Δημήτρης Διαμαντίδης. Το «Όλα Πράσινα» σκιαγραφεί τη ζωή και τα έργα του αγαπημένου μας «14», στο μεγαλύτερο αφιέρωμα που έχει γραφτεί έως τώρα για τον Αμερικανό φόργουορντ.
Ένα αφιέρωμα για τη ζωή αυτού του ανθρώπου, που μοιάζει πραγματικά με παραμύθι. Ένας δρόμος που δεν ήταν στρωμένος με ροδοπέταλα, αντιθέτως, ήταν γεμάτος με πολύ κόπο, πόνο και ταξίδια.
Ο Τζέιμς Κλαφ Γκιστ ο 3ος , γεννήθηκε σε μια αεροπορική βάση των Η.Π.Α στην επαρχία των Αδάνων, στη γειτονική Τουρκία. Στο Ινκιρλίκ, που είναι συνοικία της επαρχίας των Αδάνων, βρίσκεται και η Αμερικάνικη αεροπορική βάση, όπου το 1986 ο Τζέιμς Σ. Γκιστ ο νεώτερος, υπηρετούσε έχοντας στο πλάι του εγκυμονούσα και τη σύζυγο του Λίντα στο δεύτερό τους παιδί. Έτσι, τις 26 Οκτωβρίου του 1986, ήρθε στη ζωή ο Τζέιμς Γκιστ στην αεροπορική βάση του Ινκιρλίκ. Ίσως ήταν γραφτό, ίσως και όχι, αλλά ο νεογέννητος Γκιστ θα δει από μικρός τα φώτα της δημοσιότητας να λάμπουν στο προσωπάκι του, όντας το πρώτο παιδί Αμερικανών που γεννήθηκε σε αυτή την αεροπορική βάση των ΗΠΑ, ενώ πολύ αργότερα θα πρωτοπορήσει σε πολλούς τομείς και στο μπάσκετ.
Δεν πέρασε πάνω από 3 χρόνια στη Τουρκία και ο πατέρας του παίρνει μετάθεση σε αεροπορική βάση της Νεμπράσκα, όπου θα μείνει μέχρι την ηλικία των 6 ετών. Τα ταξίδια του πατέρα του θα συνεχιστούν, με την οικογένεια Γκιστ να τον ακολουθεί και στη Γερμανία, όπου θα μείνουν για τέσσερα χρόνια. Σε αυτό το διάστημα ο Γκιστ απέκτησε άλλη μια αδερφή, με τη Τζασμίν (μεγαλύτερη) και τη Γκλόρια να αποτελούν το κύριο μέρος των δραστηριοτήτων του.
Όντας παιδί στη Γερμανία δε θα μπορούσε να αγαπήσει κάτι άλλο εκτός από το ποδόσφαιρο, που αποτελεί το βασιλιά των σπορ σε αυτά τα μέρη. Η ενασχόληση του με το ποδόσφαιρο βέβαια έληξε απότομα, καθώς προτού προλάβει να ενταχθεί σε κάποια ακαδημία, ο πατέρας του θα πάρει μετάθεση στην Ουάσινγκτον το 1996.
Το πιάνο, ο Μπρους Λι και ο Μάικλ Τζόρνταν
Το μεγαλύτερο μέρος της ζωής του, ο Τζέιμς Γκιστ το πέρασε στην Ουάσινγκτον. Βέβαια, ο ίδιος δεν παραπονέθηκε ποτέ για τις μεγάλες μεταβολές στη ζωή του. Αντιθέτως, σήμερα ευχαριστεί το πατέρα του που μπορεί να προσαρμόζεται τόσο εύκολα σε ξένες χώρες. Επίσης, τον ευχαριστεί που του μετέδωσε το μικρόβιο του μπάσκετ.
Ναι, ο Γκιστ παρότι επέστρεψε στην Αμερική σε ηλικία 10 ετών ήθελε να συνεχίσει να παίζει ποδόσφαιρο, κάτι που ξεκίνησε για μικρό διάστημα στη Γερμανία, ωστόσο ο πατέρας του όντας και ερασιτέχνης μπασκετμπολίστας κάποτε, είχε τρέλα με το άθλημα και με τον Μάικλ Τζόρνταν. Μια τρέλα που μετέδωσε και στο γιο του. Έτσι, την ίδια χρονιά που επέστρεψε για να μείνει στην Αμερική, ξεκίνησε η πρώτη του επαφή με το άθλημα που θα έφτανε να τον κάνει επαγγελματία.
Σαν έφηβος στην Αμερική είχε και άλλες ασχολίες, όπως το πιάνο στο οποίο τον βοήθησε η μητέρα του και η λατρεία του για τις πολεμικές τέχνες. Όσο λάτρευε να βλέπει το Μαικλ Τζόρνταν , λάτρευε να βλέπει και τον Μπρους Λι. Αυτόματα, αυτοί οι δύο έγιναν τα είδωλα των παιδικών του χρόνων. Επίσης συμμετείχε εθελοντικά με τις αδερφές του σε μαγειρεία και στους Παραολυμπιακούς Αγώνες.
Το Λύκειο και ενδιαφέρον από Πανεπιστήμια
Ο Τζέιμς Γκιστ φοίτησε ως έφηβος στο λύκειο «Our Lady of Good Counsel», έχοντας μεγάλη έφεση στις επιστήμες και λατρεία για τα μαθηματικά και τη φυσική. Ήταν ένα ιδιωτικό καθολικό λύκειο που έδινε το δικαίωμα στο Γκιστ να αγωνιστεί ως έφηβος μόνο στο WCAC.
Ο Γκιστ ήταν αρχηγός για το λύκειό του και μάλιστα μετρούσε εκπληκτικά νούμερα την τελευταία του χρονιά, με 19.5 πόντους, 10.3 ριμπάουντ και 3.5 τάπες. Οδήγησε το λύκειό του ως τελειόφοιτος σε ρεκόρ 18-12 στη περιφέρεια που αγωνιζόταν και παράλληλα έγινε ο κορυφαίος μπλοκέρ όλων των εποχών. Χαρακτηριστικό είναι ότι ο προπονητής του στο λύκειο ακόμα τον έχει ως πρότυπο αθλητή για τους νεώτερους παίκτες που φοιτούν στο «Our Lady of Good Counsel».
Βέβαια, υπάρχει και μια ιστορία για την εξαιρετική τελευταία χρονιά του Γκιστ ως τελειόφοιτος. Στην junior χρονιά του (μια χρονιά πριν την αποφοίτηση), ο πατέρας του Αμερικανού φόργουορντ έπρεπε να μείνει ένα ολόκληρο χρόνο στην Κορέα, αφού το επέβαλε η δουλειά του. Έτσι, έχασε όλα τα παιχνίδια του γιοι του, με τον Τζέιμς να είναι άσχημα ψυχολογικά, αφού ο πατέρας του ήταν αυτός που τον ενθάρρυνε να ξεκινήσει το μπάσκετ και τον ήθελε πάντα δίπλα του στους αγώνες.
Έτσι, η εκτίναξη των στατιστικών του έγινε με την επιστροφή του μπαμπά Γκιστ. Συμμετείχε σε αγώνα για τους καλύτερους αθλητές της περιφέρειας της Ουάσινγκτον το 2004, έχοντας 8 πόντους, 7 ριμπάουντ και 3 κλεψίματα.
Έχοντας φτιάξει… κάποιο όνομα στη μπασκετική κοινότητα της Ουάσινγκτον και όντας τελειόφοιτος λυκείου. άρχισαν κάποια πανεπιστήμια να ενδιαφέρονται για αυτόν. Πρόβιντενς, Βιρτζίνια, Κεντάκι και Τζορτζτάουν ήταν μερικά από αυτά που έπαιζαν δυνατά για την απόκτηση του. Βέβαια, ο Γκιστ επέλεξε το Μέριλαντ για να ανοίξει ένα μεγάλο κεφάλαιο στη ζωή του.
Η μέθοδος του Γκάρι Ουίλιαμς
Ο Τζέιμς Γκιστ σε ηλικία 17 ετών εντάσσεται στο σύνολο των «Νεροχελωνών» του Μέριλαντ υπό τις οδηγίες ενός εκ των κορυφαίων προπονητών πανεπιστημιακού επιπέδου, τον Γκάρι Ουίλιαμς. Ο Γκιστ γαλουχήθηκε μπασκετικά υπό τις οδηγίες του, γι’ αυτό και λάτρεψε την άμυνα όσο τίποτα άλλο στο μπάσκετ.
Συγκεκριμένα, ο προπονητής του έλεγε χαρακτηριστικά «είναι ωραίο να καρφώνεις, αλλά δεν είναι τίποτα πιο σημαντικό από μια καλή άμυνα ή ένα ριμπάουντ». Και αυτό ήταν. Ο Γκιστ έφτιαξε όλη τη μπασκετική του φιλοσοφία από μια φράση. Δεν υπάρχει τίποτα που να αγαπάει περισσότερο από την άμυνα.
Σαν πρωτοετής και έχοντας συμπαίκτες όπως οι Ντι Τζέι Στρόμπερι (πρώην παίκτης Ολυμπιακού) και Νικ Κάνερ Μέντλι (πρώην παίκτης Μακάμπι και Μάλαγα), ο Τζέιμς Γκιστ ολοκλήρωσε τη σεζόν με 31 παιχνίδια (μάλιστα 2 ως βασικός) μετρώντας 6.2 πόντους και 3.9 ριμπάουντ, ενώ μέτρησε κοντά στο 50% στα σουτ δύο πόντων. Ο Ουίλιαμς χρησιμοποιούσε τον Γκιστ ως τριάρι, καθώς πίστευε ότι λόγω σωματοδομής θα μπορούσε να αποτελέσει ένα καλό αθλητικό φόργουορντ με slashing abilities. Δηλαδή να επιχειρεί να σκοράρει κυρίως με διείσδυση. Το ball handling του ήθελε δουλειά, όπως και τα τελειώματα του κοντά στα ρακέτα, ωστόσο η άμυνα του στον αέρα και η έφεση στο ριμπάουντ ήταν αυτά που του έδωσαν πολύ χρόνο στη πρώτη του χρονιά.
Ως δευτεροετής είδε τα λεπτά του να αυξάνονται, όπως και τους μέσους όρους του. Ο Μέντλι συνέχιζε να είναι πρώτος σκόρερ για δεύτερη συνεχή χρονιά, ενώ το ξεπέταγμα έκανε και ο Στρόμπερι, ο οποίος ήταν ένα χρόνο μεγαλύτερος από το Γκιστ. Σε αυτό το χρόνο ο Γκιστ δούλεψε το σώμα του, έβαλε περισσότερες κινήσεις στο ρεπερτόριο του και έτσι ολοκλήρωσε τη σεζόν σαν 6ος παίκτης με 8.4 πόντους, 4.8 ριμπάουντ και 1.2 ασσίστ. Τα ποσοστά ευστοχίας παρέμειναν ίδια, αλλά αυξήθηκαν οι προσπάθειες.
Προς το τέλος εκείνης της χρονιάς και ενώ ο Γκιστ βρισκόταν με τη κοπέλα του σε εστιατόριο, χτυπάει το τηλέφωνο δύο φορές. Μια από τον Πάρις Μπράουν και μια από τον Ντι Τζέι Στρόμπερι, που αμφότεροι τον ρωτούσαν αν θα έπαιρνε μεταγραφή για το Τζορτζ Ουάσινγκτον. Βέβαια, κάτι τέτοιο ήταν αποκύημα της φαντασίας των σκάουτερς που ήθελαν να τον βλάψουν, αφού ο ίδιος ο Γκιστ δεν ήθελε να φύγει από το Μέριλαντ.
Στην τρίτη του χρονιά στο κολέγιο, ο Ουίλιαμς θέλησε να δουλέψει ατομικά με το Γκιστ, καθώς θεωρούσε ότι ενώ μπορεί να μαζεύει 10 ριμπάουντ σε κάθε αγώνα και να κόβει ότι σουτ θέλει, του έλειπε κάτι όσον αφορά το σκοράρισμα. Αυτό λοιπόν ήταν το σουτ τριών πόντων. Έκατσε και δούλεψε και στην τρίτη του χρονιά ξεκινάει βασικός σε 33 από τα 34 παιχνίδια που αγωνίστηκε, κάνοντας την πιο παραγωγική του σεζόν μέχρι τότε.
Μέτρησε 12.6 πόντους, 7.3 ριμπάουντ και 2.1 μπλοκ με 43% στα τρίποντα! Ήθελε εκείνη τη σεζόν να δηλώσει συμμετοχή στο draft, αλλά το απέσυρε τελευταία στιγμή αφού σε συζητήσεις με την οικογένεια του θεώρησε καλύτερο να πάρει πρώτα το πτυχίο του και να καθίσει ένα ακόμα χρόνο στο κολέγιο.
Ως τελειόφοιτος και έχοντας φτάσει στο μέγιστο η σκληρή δουλειά του με τον Γκάρι Ουίλιαμς, ο Γκιστ ήταν το βασικό τριάρι για τις «Νεροχελώνες», όπου έπαιξε και τα 33 ματς βασικός. Οι αριθμοί του μεγιστοποιήθηκαν, αφού μέτρησε 15.9 πόντους, 7.9 ριμπάουντ και 2.3 μπλοκ σε 32’ που αγωνίστηκε. Σούταρε με 31% στα τρίποντα και αυτό γιατί επιχείρησε περισσότερες προσπάθειες την τελευταία του χρονιά. Κορυφαία του στιγμή, οι 31 πόντοι απέναντι στο Wake Forest.
Είναι ο τέταρτος καλύτερος μπλοκέρ όλων των εποχών για το Μέριλαντ με 231 κοψίματα. Για την ιστορία, ο Τζέιμς Γκιστ αποφοίτησε έχοντας πτυχίο στις επιστήμες και τα γράμματα.
Draft Day
Σε ένα από τα καλύτερα draft μετά από αυτό του 2003, ο Τζέιμς Γκιστ είχε δύσκολο έργο, αλλά ήθελε όσο τίποτα άλλο να επιλεχθεί από ομάδα του ΝΒΑ και να κάνει το όνειρο του πραγματικότητα. Ο Ντέρικ Ρόουζ είχε κλέψει τα φώτα της δημοσιότητας, σε μια απέλπιδα προσπάθεια του Σικάγο να επιστρέψει σε εποχές Τζόρνταν. Τα mock drafts στην καλύτερη περίπτωση τοποθετούσαν τον Γκιστ στη 41η θέση του δεύτερου γύρου, ενώ στη χειρότερη, ακόμα και undrafted.
Βέβαια, ο Αμερικανός φόργουορντ πίστευε στον εαυτό του και θεωρούσε ότι μπορούσε να επιλεχθεί ακόμα και ως late pick 1ου γύρου. Οι Σακραμέντο Κινγκς και οι Σιάτλ Σούπερσόνικς είχαν δείξει ενδιαφέρον, αλλά και οι δύο ομάδες έβλεπε να τον προσπερνάνε στο draft και η αγωνία για αυτόν μεγάλωνε.
«Δυνατός φόργουορντ, μπορεί να σκοράρει από μέση και μακρινή απόσταση, καλός αμυντικός στον αέρα, καλός ριμπάουντερ». Αυτά ψιθύριζαν οι σκάουτερς για τον Τζέιμς Γκιστ, αλλά ο ίδιος δεν άκουγε το όνομα του μέχρι να φτάσει η σειρά στο νούμερο 57 και τους Σαν Αντόνιο Σπερς. Έτσι λοιπόν το όνειρο γι’ αυτόν ήχησε από τον Ντέιβιντ Στερν.
«Με την 57η επιλογή στο ντραφτ του 2008, οι Σαν Αντόνιο Σπερς επιλέγουν τον Τζειμς Γκιστ από το πανεπιστήμιο του Μέριλαντ».
Το όνειρο και η πρώτη επαφή με την Ευρώπη
Η επιλογή του στο draft ήταν ένα όνειρο που βγήκε αληθινό για τον Αμερικανό, ωστόσο ήξερε ότι πλέον έπρεπε να προσπαθήσει ακόμη περισσότερο για να ενταχθεί στην ομάδα των «Σπιρουνιών». Ο Πόποβιτς ήθελε τον Γκιστ να παίρνει χρόνο κυρίως στο «4». Αλλά τα σχέδια του Πόποβιτς και αυτό που είδε από τον Γκιστ μάλλον χάλασαν στη πορεία.
Αυτό που ήθελαν οι Spurs ήταν ένα τεσσάρι με καλό σουτ (stretch-4), πράγμα που ο Γκιστ δε μπόρεσε να τους δώσει και έτσι ο προπονητής του τον συμβούλεψε να δοκιμάσει την Ευρώπη και έπειτα να επιστρέψει καλύτερος για το ΝΒΑ.
Η ομάδα που τον ενέταξε γρήγορα στο δυναμικό της ήταν η ιταλική Μπιέλα. Η πρώτη του ευρωπαϊκή σεζόν χαρακτηρίζεται γεμάτη από σκαμπανεβάσματα, κυρίως στο πρώτο μισό. Άργησε να προσαρμοστεί και να μάθει την ιταλική νοοτροπία, αλλά στα χέρια του Λούκα Μπέκι σύντομα μετατράπηκε σε έναν αξιόπιστο παίκτη. Ολοκλήρωσε τη σεζόν με 12.5 πόντους και 6 ριμπάουντ, αλλά κατάλαβε ότι για να αγωνιστεί κανείς στην Ευρώπη δεν αρκούν τα σωματικά χαρίσματα. Για την ιστορία, η Μπιέλα έφτασε μέχρι τον ημιτελικό του Ιταλικού πρωταθλήματος εκείνη τη σεζόν.
Το άδοξο τέλος, η «κρύα» Ρωσία και ο Μάικ Μπατίστ
Το 2009 επιστρέφει στους Σαν Αντόνιο Σπερς για να ενταχθεί στη πρώτη ομάδα, ωστόσο η ατυχία θα του χτυπήσει τη πόρτα, τόσο λίγο πριν την έναρξη του προπονητικού καμπ, όσο και προτού δείξει ότι μπορεί να μείνει στο ΝΒΑ, αφού θα τραυματίσει το δεξί του γόνατο, με αποτέλεσμα να μείνει εκτός για 2 μήνες. Η αποθεραπεία θα κρατήσει παραπάνω και τα «Σπιρούνια» δεν είχαν άλλη υπομονή.
Έτσι, προς το Δεκέμβρη ο Τζέιμς Γκιστ μένει ελεύθερος και αναζητάει τη τύχη του στη κρύα Ρωσία και την Λοκομοτίβ Κουμπάν, που τότε άρχιζε να κάνει μικρά βήματα ακμής. Στο τελευταίο μισό της σεζόν θα μετρήσει 11.4 πόντους και 4.2 ριμπάουντ ανά αγώνα.
Στα 23 του χρόνια, το αίμα του έβραζε. Έμοιαζε να έχει ξεπεράσει το τραυματισμό του και το καλοκαίρι του 2010 δοκιμάζει την τύχη του στο Summer League του Las Vegas, έχοντας 5.6 πόντους και 3.8 ριμπάουντ σε σύνολο 5 αγώνων. Το Σαν Αντόνιο του έχει προσφέρει συμβόλαιο και ο Γκιστ βρίσκεται προ των πυλών για την πρώτη του εμφάνιση στο ΝΒΑ.
Ωστόσο, 2 μέρες πριν την έναρξη της regular season ο ατζέντης του τον ενημερώνει ότι οι Σπερς τον άφησαν εκ νέου ελεύθερο. Ο Γκιστ χάνει τη γη κάτω απ’ τα πόδια του, αλλά ήταν αποφασισμένος να μη σταματήσει εδώ. Μια παρόμοια ιστορία εκτυλίχθηκε και με το Μαικ Μπατίστ λίγο πριν ενταχθεί στο ρόστερ των Λος Άντζελες Κλίπερς. Ενώ έχει πραγματοποιήσει εξαιρετικές εμφανίσεις στο Summer League, μια μέρα πριν την έναρξη της κανονικής περιόδου δέχεται τηλέφωνο από τον ατζέντη του, ότι οι Κλίπερς τον άφησαν ελεύθερο.
Η κορυφαία χρονιά
Τέλη Οκτωβρίου, ο Γκιστ δεν έχει βρει συμβόλαιο αλλά είναι πεισμωμένος, θέλοντας με κάθε τρόπο να επιστρέψει στο ΝΒΑ: εκεί που πίστευε πως ανήκει. Αυτό βέβαια θα γινόταν με ένα ακόμα πέρασμα από την Ευρώπη. Έτσι, ο Βουγιόσεβιτς ο οποίος είχε παρακολουθήσει το Summer League του Vegas, είχε τσεκάρει τον Αμερικανό φόργουορντ και με συνοπτικές διαδικασίες τον ενέταξε στο δυναμικό της Παρτίζαν.
Το δίδυμο με τον Νέιτ Τζαουάι ήταν φονικό, με τον Τζέιμς Γκιστ να του βγάζει το καπέλο… “είναι σημαντικό να ξέρεις πως κάποιος σου… βάζει πλάτη στην άμυνα. Η επικοινωνία μεταξύ του πάουερ φόργουορντ και του σέντερ είναι ζωτικής σημασίας”. Ο Γκιστ ήταν ο πιο απολαυστικός παίκτης της Παρτίζαν εκείνη τη περίοδο και ο κόσμος τον λάτρεψε με το “καλημέρα” για την ενέργεια και κυρίως για τις θεαματικές φάσεις που έβγαζε σε κάθε αγώνα.
Η πρώτη μου επαφή με το Τζέιμς Γκιστ ήταν κατά τις εμφανίσεις του με τη Παρτίζαν. Τότε, ήταν απλά ένας αθλητικός ψηλός που έπαιζε κυρίως με το ένστικτο του σκόρερ μπροστά και ήταν εξαιρετικός στις βοήθειες στην άμυνα. Οι κινήσεις του έμοιαζαν πιο πολύ σε εκείνες scoring τριαριού, παρά σε αυτές athletic τεσσαριού. Βέβαια, η πολυφωνία του στην επίθεση ήταν τρανταχτή. Σκόραρε ξεκινώντας από τη περιφέρεια, παίζοντας στο ποστ, με jump shoot από μέση απόσταση, με τρίποντα και με παιχνίδι πάνω από τη στεφάνη. Όλα αυτά, με το ένστικτο που διακατείχε από τα χρόνια του στο κολέγιο. Ολοκλήρωσε τη σεζόν με 12 πόντους και 6 ριμπάουντ στην Αδριατική, ενώ είχε 11.4 πόντους και 6.9 ριμπάουντ στην Euroleague. Με τους Σέρβους, κατέκτησε το πρωτάθλημα, το κύπελλο και την Αδριατική λίγκα.
Τελευταία προσπάθεια και επιστροφή στη γενέτειρα του
Μετά την κορυφαία χρονιά της καριέρας του θα προσπαθήσει πάλι στο Summer League του Las Vegas, όμως η τύχη, παρά του νούμερα του (9 πόντους, 5 ριμπάουντ σε 2 ματς), δεν θα του χτυπήσει τη πόρτα. Αντιθέτως, η Φενέρμπαχτσε του Νέβεν Σπάχια θα το κάνει, προσφέροντας του ένα πολύ καλό συμβόλαιο.
Ωστόσο, τον Ιούλιο του 2011, η Παρτίζαν θα ενημερώσει ότι ο Γκιστ βρέθηκε θετικός σε χρήση ινδικής κάνναβης. Η Φενέρ που μόλις τον είχε ανακοινώσει δεν τον αποδέσμευσε, κάνοντας υπομονή να λήξει η τιμωρία του και αφήνοντάς τον ήρεμα να επιστρέψει στην ενεργό δράση. Η χρονιά στη Τουρκία βέβαια ήταν απλά απογοητευτική, όχι μόνο γιατί δεν κέρδισε τίποτα, αλλά και γιατί δεν έδειξε σε καμία περίπτωση τον παίκτη που θαυμάσαμε με τη φανέλα της Παρτίζαν ένα χρόνο νωρίτερα.
Η Μάλαγα και η μεγάλη ανταλλαγή
Ήταν το πρώτο καλοκαίρι που ο Τζέιμς Γκιστ δεν ενδιαφέρθηκε να συμμετάσχει στο Summer League. Αποδέχτηκε κατευθείαν την πρόταση της Μάλαγα του Γιάσμιν Ρέπεσα. Το έβλεπε σαν ευκαιρία να αγωνιστεί στο καλύτερο πρωτάθλημα της Ευρώπης, αλλά δεν περίμενε ποτέ ότι η συνεργασία του με τον Κροάτη προπονητή θα καταλήξει σε φιάσκο.
Ο Γκιστ φαινόταν δυσαρεστημένος με τον τρόπο χρησιμοποίησης του από το προπονητή του, ενώ ο Ρέπεσα από τη μεριά του κατηγορούσε τον παίκτη πως εκείνος ήταν ο λόγος που η ομάδα δεν πήγαινε καλά στην ACB.
Παράλληλα, ο Παναθηναϊκός ήταν δυσαρεστημένος με τη συμπεριφορά του Άντι Πάνκο. Ο Αμερικανός που παρουσιαζόταν ως το «καλό» παιδί, μόνο καλό δεν έκανε στην ομάδα και κυρίως όταν έμαθε ότι οι «πράσινοι» θέλουν να τον αποδεσμεύσουν, γκρίνιαζε και χάλαγε το κλίμα στις προπονήσεις. Ένα απόγευμα λοιπόν και ενώ η προπόνηση του Παναθηναϊκού είχε ολοκληρωθεί, ο Πάνκο συνέχιζε το βιολί του και άρχιζε να πετάει σπόντες κατά των συμπαικτών του, υπονοώντας ότι αυτοί είναι ο λόγος που ο Παναθηναϊκός σκέφτεται να τον αφήσει ελεύθερο.
Τότε, επενέβη ο Φραγκίσκος Αλβέρτης. Κλειδώνεται σε ένα δωμάτιο μόνος με το Πάνκο. Όσοι ήταν απ’ έξω άκουγαν μόνο φωνές. Όταν οι δύο άνδρες βγήκαν μετά από λίγο από το δωμάτιο ο Πάνκο είχε κατεβασμένο κεφάλι, πήρε τα πράγματα του και κατευθύνθηκε προς την έξοδο. Λίγες μέρες αργότερα και συγκεκριμένα στις 21 Δεκεμβρίου, γίνεται επίσημα η πρώτη ανταλλαγή ομάδων της Euroleague με την ένταξη του Γκιστ στο Παναθηναϊκό και του Άντι Πάνκο στη Μάλαγα. Το μήνυμα που έστειλε ο Ρέπεσα στον Ούκιτς σχετικά με τον Γκιστ, ότι είναι κακός χαρακτήρας και θα χαλάσει το κλίμα, δε φαίνεται να επιβεβαιώθηκε ποτέ από τον ίδιο τον Κροάτη, που γνώριζε τον Γκιστ από τη κοινή τους θητεία στη Φενέρμπαχτσε.
Ο Αργύρης Πεδουλάκης , ο «αδερφός» Στεφάν Λάσμε και ο Διαμαντίδης
Όταν στο Παναθηναϊκό βρήκε τον Στεφάν Λάσμε, δημιούργησε το καλύτερο αθλητικό δίδυμο ψηλών στην Ευρώπη εκείνης της εποχής. Και εκτός του ότι ταίριαξαν σαν συμπαίκτες, ταίριαξαν και ως φίλοι, σε σημείο που ο Γκιστ από το πρώτο διάστημα κιόλας να τον φωνάζει «αδερφό» του, ενώ μέχρι και σήμερα παραδέχεται ότι τον βοήθησε να ωριμάσει ως άνθρωπος και ως αθλητής.
Για τον Αργύρη Πεδουλάκη έχει επισημάνει πως είναι ο προπονητής που τον βοήθησε περισσότερο από όλους ώστε να διατηρηθεί στο υψηλό επίπεδο. Τον πίστεψε περισσότερο και από τον Ουίλιαμς και γι’ αυτό σε κάθε ευκαιρία ο Αμερικανός φόργουορντ τον μνημονεύει. Ο Γκιστ ήταν πεπεισμένος ότι μπορούσε να μαρκάρει τον καλύτερο αντίπαλο γκαρντ της άλλης ομάδας.
Κανένας προπονητής του όμως δεν του επέτρεψε να μαρκάρει κοντό. Κανείς δεν τον εμπιστεύθηκε. Ο Πεδουλάκης λοιπόν, ο οποίος σχεδίαζε την αμυντική τακτική πάνω στο Σπανούλη για 4 μέρες, είχε στο μυαλό του να δοκιμάσει κάτι που μέχρι τότε δεν είχε δοκιμάσει κανείς απέναντι στο Λαρισαίο γκαρντ. Τη τοποθέτηση ενός ψηλού και γρήγορου παίκτη απέναντι του. Ο Τζέιμς Γκιστ στο άκουσμα της ιδέας έγνευσε ότι μπορούσε να φέρει εις πέρας αυτή την αποστολή και τα αποτελέσματα γνωστά.
Έτσι, δημιουργήθηκε και μια από τις μεγαλύτερες καινοτομίες στο ευρωπαϊκό μπάσκετ. Όσον αφορά τον Δημήτρη Διαμαντίδη, ο Γκιστ τον χαρακτηρίζει ως θρύλο και ως τον αγαπημένο του συμπαίκτη. Τον άνθρωπο που τον απογείωσε μπασκετικά, όντας αυτός που δεν θα ήθελε ποτέ να έχει ως αντίπαλο.
Η διεκδίκηση της κόρης του και η μαύρη σελίδα
Το καλοκαίρι του 2014 ο Παναθηναϊκός κάνει μια νέα αρχή στην ιστορία του και αποδεσμεύει πολλούς βασικούς παίκτες. Μεταξύ άλλων, αποχώρησαν οι Γιόνας Μασιούλις και Στεφάν Λάσμε. Ο Τζέιμς Γκιστ κατάφερε να τη… γλιτώσει, αλλά έχασε την προετοιμασία της ομάδας εξαιτίας μιας διαμάχης που είχε με την πρώην γυναίκα του σχετικά με την επιμέλεια της κόρης τους. Ο Αμερικανός ήταν σε άσχημη ψυχολογική κατάσταση, αλλά κατάφερε τελικώς να κερδίσει αυτή τη μάχη και να επιστρέψει νικητής στην Ελλάδα.
Στις 30 Απριλίου του 2015 ο Τζέιμς Γκιστ βρέθηκε θετικός σε χρήση ινδικής κάνναβης για δεύτερη φορά στη καριέρα του και η ποινή που του επιβλήθηκε ήταν αποχή από τη δράση για 6 μήνες. Η συνέχεια γνωστή. Ο Γκιστ επέστρεψε κανονικά φέτος και διανύει την κορυφαία και την πιο μεστή σεζόν της καριέρας του έχοντας 11.7 πόντους, 5.8 ριμπάουντ, με 73% στα σουτ δύο πόντων σε 12 ματς, σε Ελλάδα και Ευρώπη.
Η μετατροπή
Ο Τζέιμς Γκιστ έχει αλλάξει σε τεράστιο βαθμό από την πρώτη του επαφή με το ευρωπαϊκό μπάσκετ, ενώ έχει φτάσει να θεωρείται από πολλούς, ένας από τους καλύτερους παίκτες στη θέση του. Ο Αμερικανός γαλουχήθηκε μπασκετικά στο Μέριλαντ, όπου απορρόφησε τις βασικές ιδέες του κόουτς Ουίλιαμς. «Πρώτα ζω για την άμυνα και το ριμπάουντ μετά κοιτάζω να σκοράρω». Ο Ουίλιαμς είχε οραματιστεί έναν Γκιστ αποκλειστικά στο «3», για να φτιάξει ένα τριάρι με μέγεθος που θα μπορεί να απειλεί τόσο με πλάτη, όσο και με πρόσωπο.
Επίσης, να επισημάνω ότι στη Μπιέλα, ο Μπέκι τον χρησιμοποιούσε ως τριαροτεσσάρι, με τον ίδιο να μη ξέρει ακόμη ποια η διαφορά Ευρώπης και ΝΒΑ. Στην Ιταλία αγωνιζόταν ως ένα face up τεσσάρι. Τη μεγάλη διαφορά την έκανε στην Παρτίζαν, αφού ο Βουγιόσεβιτς τον μετέτρεψε σε τεσσαροπεντάρι. Διέγνωσε κατευθείαν πως το άλμα και τα φυσικά του προσόντα μπορούν να του δώσουν χρόνο και στο «5». Μαζί με τον Βέσελι, ήταν σίγουρα το πιο αθλητικό δίδυμο εκείνης της εποχής. Ο Βουγιόσεβιτς είδε στον Γκιστ ένα τεσσάρι παγιδευμένο σε σώμα τριαριού, ωστόσο το τεράστιο άνοιγμα χεριών (γύρω στα 2.26) και η απίστευτη αίσθηση που είχε με το καλάθι, έκανε τον Σέρβο να πιστέψει ότι μπορεί να φτιάξει το νέο Μαικ Μπατίστ, αν έπαιρνε και μερικά κιλά. Τελικά, δεν είχε αυτή την εξέλιξη, αλλά το πόσο άλλαξε ο Γκιστ από την έλευση του στο Παναθηναϊκό μέχρι σήμερα θα το δούμε τώρα.
Αρχικά, ο Πεδουλάκης φέρνοντας τον Γκιστ στον Παναθηναϊκό, είχε στο μυαλό του τη μεγιστοποίηση του above the rim παιχνιδιού, καθώς και να προφυλάξει τα μετόπισθεν με ένα αθλητικό ψηλό που έχει την αίσθηση του block, αλλά δεν είναι καθαρός rim protector, όπως ήταν ο Λάσμε. Επίσης, συνέχιζε να αγωνίζεται με το ένστικτό του επιθετικά (βλ. ματς με τη Μάλαγα με δύο αψυχολόγητα τρίποντα).
Ο Πεδουλάκης τον πίστεψε και έφερε μια τεράστια καινοτομία στο ευρωπαϊκό μπάσκετ. Άφησε τον Γκιστ να αμυνθεί απέναντι σε κοντό και μάλιστα όχι οποιονδήποτε κοντό, αλλά απέναντι στο κορυφαίο γκαρντ εκείνης της περιόδου, τον Βασίλη Σπανούλη.
«Το να φοράς τη φανέλα του Παναθηναϊκού είναι τιμή!», Τζέιμς Γκιστ
☘️🏆🙌 Αληθινός μαχητής, αφοσιωμένος παίκτης και… τρελός Παναθηναϊκός! Τζέιμς, σε ευχαριστούμε για τα 7 υπέροχα χρόνια που μας χάρισες στο ΟΑΚΑ! Keep fighting!
Gepostet von Όλα Πράσινα / olaprasina1908.gr am Donnerstag, 27. Juni 2019