Editorial
Το μεγαλύτερο προσωπικό «στοίχημα» του Γιαννακόπουλου
Ο Νικόλας Φλωράτος βάζει κάτω τους προπονητές που πέρασαν από τον πάγκο του Παναθηναϊκού από την ημέρα που ο Δημήτρης Γιαννακόπουλος ανέλαβε τα ηνία του τμήματος και εξηγεί γιατί η τρίτη πρόσληψη Πεδουλάκη αποτελεί το μεγαλύτερο προσωπικό «στοίχημα» – ρίσκο του αφεντικού του «Εξάστερου».
Ο Νικόλας Φλωράτος βάζει κάτω τους προπονητές που πέρασαν από τον πάγκο του Παναθηναϊκού από την ημέρα που ο Δημήτρης Γιαννακόπουλος ανέλαβε τα ηνία του τμήματος και εξηγεί γιατί η τρίτη πρόσληψη Πεδουλάκη αποτελεί το μεγαλύτερο προσωπικό «στοίχημα» – ρίσκο του αφεντικού του «Εξάστερου».
Πριν περάσω στο «ψητό», θα ήθελα να ξεκαθαρίσω κάτι που ανέφερα και στην εκπομπή του “Όλα Πράσινα TV” της Δευτέρας (24/06), την οποία δεν είστε υποχρεωμένοι να έχετε παρακολουθήσει, γι’ αυτό και θα το επαναλάβω. Η διευκρίνιση (ή το ξεκαθάρισμα, αν θέλετε) γίνεται για δύο λόγους: πρώτον, γιατί μου αρέσει να «παίζω» με ανοιχτά χαρτιά και δεύτερον, για να μη βρεθεί κάποιος… «πονηρός» που θα υποστηρίξει ότι μάχομαι υπέρ του Αργύρη Πεδουλάκη ή/και του Δημήτρη Γιαννακόπουλου.
Η θέση μου για την επανεπιλογή και την τρίτη επιστροφή του Αργύρη στην ομάδα της καρδιάς του είναι σαφής: δεν συμφωνώ και άρα, εάν ήμουν εγώ ο διοικητικός ηγέτης της ΚΑΕ, δεν θα ήταν αυτός ο εκλεκτός για να διαδεχθεί τον Ρικ Πιτίνο. Δεν ξέρω σε ποιον θα κατέληγα, σίγουρα, όμως, όχι στον «Άρτζι», για πολλούς αγωνιστικούς κι όχι μόνο λόγους, που, βέβαια, δεν είναι της παρούσης, ούτε το αντικείμενο σχολιασμού του εν λόγω άρθρου. Καλώς ή κακώς (καλώς, λέω εγώ), δεν είμαι εγώ αυτός που παίρνει τις αποφάσεις, ούτε πρόκειται να γίνω. Απλά, όφειλα να το ξεκαθαρίσω προς αποφυγή παρεξηγήσεων.
Αυτό το οποίο ήθελα να σχολιάσω στις παρακάτω γραμμές ήταν ένα από τα πρώτα πράγματα που μου ήρθαν στο μυαλό διαβάζοντας την επίσημη ανακοίνωση της επαναπρόσληψης Πεδουλάκη, έχοντας, παράλληλα πλήρη γνώση της περιρρέουσας ατμόσφαιρας. Μιας ατμόσφαιρας, εξαιτίας της οποίας, μέχρι να μάθω ή να διαβάσω από επίσημα χείλη ότι ο Έλληνας τεχνικός θα κάτσει στο τιμόνι, θεωρούσα ότι τα πάντα μπορούν να ανατραπούν και πως στο τέλος, με κάποιον μαγικό τρόπο, το όνομα του νέου προπονητή θα ήταν διαφορετικό από αυτό που άπαντες περιμέναμε.
Κάτι τέτοιο δε συνέβη ποτέ και τουλάχιστον στα δικά μου μάτια, είδα τον Δημήτρη Γιαννακόπουλο, έχοντας – προφανώς – απόλυτη πίστη στο πλάνο που είχε διαμορφώσει στο μυαλό του, να μην ακούει κανέναν και να παίρνει το μεγαλύτερο ρίσκο – «στοίχημα» από την ημέρα που κατέλαβε τον προεδρικό θώκο του μπασκετικού τμήματος.
Καλύτερη επιλογή ή πολλά ελαφρυντικά
Επειδή το «καλύτερος» είναι κάτι σχετικό, ο παραπάνω τίτλος έχει να κάνει με αυτό που πιστεύει ο κόσμος. Έτσι λοιπόν, από την ημέρα που ο Δημήτρης Γιαννακόπουλος ανέλαβε τα ηνία, οι προπονητές που επέλεγε ήταν πάντοτε είτε «η καλύτερη επιλογή» (με βάση το τι πιστεύει ο κόσμος), είτε μια επιλογή που είχε πολλά ελαφρυντικά.
Το καλοκαίρι του 2012, έπειτα από το τέλος της εποχής Ομπράντοβιτς και την οριστική αποχώρηση των αδερφών Γιαννακόπουλων από την ενεργό δράση, ο σημερινός ισχυρός άνδρας της ΚΑΕ βρέθηκε να αναλαμβάνει μια ομάδα χωρίς… Ζοτς και με μόλις δύο παίκτες: τον Διαμαντίδη και τον Τσαρτσαρή. Ο δεύτερος, μάλιστα, είχε πάρει την απόφαση να κρεμάσει τα παπούτσια του, ωστόσο οι καταστάσεις που είχαν διαμορφωθεί τον «ανάγκασαν» να παραμείνει ενεργός για να βοηθήσει στην επόμενη μέρα. Η (πρώτη) πρόσληψη του Αργύρη Πεδουλάκη είχε μπασκετική λογική και κατανοήθηκε πλήρως από τον κόσμο.
Ένας νέος και ταλαντούχος προπονητής, με συγκεκριμένα χαρακτηριστικά στο παιχνίδι του και επίσης συγκεκριμένη φιλοσοφία, φιλόδοξος, με πλάνο αλλά και θέληση να κάτσει στην ηλεκτρική καρέκλα και να αντιμετωπίσει το «φάντασμα» του Ζοτς, που ακόμη ήταν φρέσκο και θα κυκλοφορούσε εντόνως στους διαδρόμους και το παρκέ του ΟΑΚΑ. Γνώστης της ελληνικής πραγματικότητας, επίσης, που θα ήξερε ακριβώς τι θα έπρεπε να κάνει, τι να διαφυλάξει και τι να μην αλλοιώσει. Κίνηση με ρίσκο, αλλά απόλυτα λογική σε μια πολύ ιδιαίτερη σεζόν που ξημέρωνε.
Έπειτα από το πρώτο διαζύγιο με τον Πεδουλάκη και με τον Παναθηναϊκό να ψάχνει άνθρωπο για να ολοκληρώσει τη σεζόν, η επιλογή του Φραγκίσκου Αλβέρτη ως «βιτρίνα» με βοηθούς τους Μανωλόπουλο – Πρίφτη, είχε σκοπό να εμπνεύσει και να ανυψώσει το πεσμένο ηθικό των «πράσινων». Κίνηση που θα ενέπνεε, επίσης, και τον απογοητευμένο κόσμο. Όπερ και εγένετο.
Στη συνέχεια, σε ένα ιδιαίτερο καλοκαίρι, με τον Δημήτρη Γιαννακόπουλο να ανακοινώνει μείωση του μπάτζετ και άμεση εφαρμογή πλάνου ελληνοποίησης στο ρόστερ, ο Ντούσκο Ιβάνοβιτς σίγουρα ξένισε πολλούς, αλλά τηρουμένων των αναλογιών και με τον Παναθηναϊκό να θέτει ουσιαστικά εαυτόν εκτός διεκδίκησης τίτλων, ήταν ένας άνθρωπος που αποδεδειγμένα είχε τον τρόπο να δουλέψει και να αναδείξει το υλικό που είχε στα χέρια του. Η θητεία του Ντούσκο έληξε άδοξα, με τους Μανωλόπουλο και Λυκογιάννη να αναλαμβάνουν να ολοκληρώσουν μια ιδιαίτερη σεζόν, για την τελική έκβαση της οποίας κανείς δεν θα μπορούσε να τους πει τίποτα.
Το επόμενο καλοκαίρι ήρθε το μεγάλο «μπαμ», στο οποίο δε χρειάζεται να σταθούμε πολύ. Ο διακαής πόθος της μεγαλύτερης μερίδας του κόσμου (κι εμένα επίσης, για να τα λέμε όλα), έπειτα από τα κατορθώματά του με την εθνική Σερβίας, ο Σάσα Τζόρτζεβιτς, ήταν ο εκλεκτός σε μια κίνηση που σκόρπισε ντελίριο ενθουσιασμού στις τάξεις των «πράσινων» φιλάθλων.
Μετά την απόλυση του «Σάλε», ήρθε η ώρα για την δεύτερη επιστροφή Πεδουλάκη που με βάση τις συνθήκες και το timing, κρίθηκε η καλύτερη επιλογή. Ο Πεδουλάκης συνέχισε και τη νέα σεζόν και λίγες εβδομάδες αργότερα, η απόλυσή του και η έλευση του Τσάβι Πασκουάλ ήταν ακόμη ένα «μπαμ», ανάλογο εκείνο του Τζόρτζεβιτς και σίγουρα η καλύτερη διαθέσιμη επιλογή στην ευρωπαϊκή αγορά το συγκεκριμένο διάστημα, γι’ αυτό και επίσης δε χρειάζεται να σταθούμε πολύ.
Τέλος, φτάνοντας στον τελευταίο «πρώην», τον Ρικ Πιτίνο και έχοντας τα γεγονότα πρόσφατα στο μυαλό μας, δε χρειάζεται να πούμε πολλά. Το τρίτο, πιο απρόσμενο αλλά και… μεγαλύτερο «μπαμ» που δικαίωσε πλήρως τον ισχυρό άνδρα της ΚΑΕ.
Όχι καλύτερη επιλογή, όχι ελαφρυντικά
Κάπως έτσι, φτάσαμε στο σήμερα. Και πάλι, ο τίτλος αφορά στο τι πιστεύει ο κόσμος. Μετά το «όχι» του Ρικ Πιτίνο, ο Δημήτρης Γιαννακόπουλος, μετανιωμένος για την προ τριετίας απόλυση Πεδουλάκη και έπειτα από μια εντυπωσιακή σεζόν του 55χρονου προπονητή ως head coach του Περιστερίου, αποφάσισε να επαναπροσλάβει τον «Άρτζι», χρίζοντάς τον διάδοχο του Hall of Famer Πιτίνο, που αποφάσισε να παραμείνει στην πατρίδα του.
Ο Δημήτρης Γιαννακόπουλος ξέρει ότι το πρότζεκτ «Πεδουλάκης» δε βρίσκει σύμφωνη μεγάλη μερίδα του κόσμου. Μετά τον Πιτίνο, άλλωστε, και με δεδομένο ότι βρισκόμαστε τρεις μήνες πριν από την έναρξη της νέας περιόδου, πολλοί περίμεναν κάτι «καλύτερο», τουλάχιστον σαν όνομα.
Ο Γιαννακόπουλος ήξερε τι τον περίμενε εάν έκανε πράξη τη σκέψη του και το πιο εύκολο για τον ίδιο θα ήταν να έθετε σε εφαρμογή ένα διαφορετικό πλάνο από αυτό που πραγματικά πίστευε, με κάποιο μεγάλο όνομα της αγοράς, ακόμα κι αν δεν τον πίστευε τόσο, προκειμένου, σε ενδεχόμενη αποτυχία, να αποφύγει την λαϊκή οργή. Παρ’ όλα αυτά, επέλεξε τον δύσκολο δρόμο και αυτόν που ο ίδιος πιστεύει ότι έχει τις περισσότερες πιθανότητες να οδηγήσει την ομάδα της οποίας ηγείται στις επιτυχίες.
Με μεγάλη μερίδα του κόσμου να μη βλέπει με καλό μάτι την έλευση Πεδουλάκη, τις δικαιολογίες και τα ελαφρυντικά να μην υφίστανται πλέον, απ’ τη στιγμή που η ίδια η ΚΑΕ ενημέρωσε πως ο Έλληνας τεχνικός θα κληθεί να διαχειριστεί το ίδιο μπάτζετ με αυτό που θα είχε ο Πιτίνο στα χέρια του, δηλαδή ένα μπάτζετ σχετικά αυξημένο σε σχέση με την προηγούμενη σεζόν, ο «Άρτζι» του 2019 αποτελεί το μεγαλύτερο στοίχημα – ρίσκο του DPG. Και είναι το μεγαλύτερο γιατί όπως προαναφέρθηκε, ήταν πιθανότατα η λιγότερο δημοφιλής επιλογή, σε μια περίοδο χωρίς ειδικές συνθήκες (έτοιμος ελληνικός κορμός, οικονομική άνεση με βάση τα δεδομένα της εποχής).
Αν ο Πεδουλάκης δε βγάλει ασπροπρόσωπο τον Γιαννακόπουλο, ξέρουμε όλοι πόσα «εγώ σας τα έλεγα» θα ακολουθήσουν, αντιλαμβανόμενοι την ήδη ηλεκτρισμένη ατμόσφαιρα. Αν, όμως, ο Περιστεριώτης τεχνικός δικαιώσει τον ισχυρό άνδρα της ΚΑΕ, θα είναι ίσως η μεγαλύτερη προσωπική επιτυχία του Γιαννακόπουλου από την ημέρα που ανέλαβε. Ποτέ ξανά, άλλωστε, κατά το παρελθόν, ο Δημήτρης δε χρειάστηκε να πάει τόσο κόντρα στο ρεύμα ή και να πήγε, πάντοτε υπήρχαν «ιδιαίτερες» συνθήκες, στις οποίες αναφέρθηκα και εξήγησα αναλυτικά προηγουμένως.
Και επαναλαμβάνοντας πως σε καμία περίπτωση δεν συμφωνώ με την επιστροφή Πεδουλάκη, πρέπει να αναγνωρίσω ότι κατά την προσωπική μου άποψη, απ’ τη στιγμή που ο αιμοδότης του τμήματος πιστεύει τόσο πολύ σε κάτι, καλά κάνει και το ακολουθεί. Είτε «ζήσει», είτε «πεθάνει» με αυτό. Είναι πολύ πιο τίμιο από μια διαφορετική επιλογή, πιο αρεστή στη μάζα αλλά όχι στον ίδιο προσωπικά, που αν δε βγει, θα μπορούσε δικαίως να ακουστεί ότι «αφού αυτόν θέλατε». Από αυτή την άποψη, είναι καλύτερη που ρισκάρει τις συνέπειες μιας ενδεχόμενης αποτυχίας για κάτι που πιστεύει τόσο, παρά να συμβιβαζόταν για να γλιτώσει ευθύνες.