Editorial
Μαρκίζ Χέινς: Γεννημένος για να σκοράρει!
Ο Παναθηναϊκός ανακοίνωσε τον Μαρκίζ Χέινς και ο Κωνσταντίνος Πανάς παρουσιάζει τη ζωή και το έργο του Αμερικανού «μπόμπερ».
Γεννημένος στο Ίρβινγκ του Τέξας τις 19 Δεκεμβρίου του 1986, κανείς θα έλεγε ότι ο Μαρκίζ Χέινς ήταν γεννημένος για να παίξει μπάσκετ. Το όνομα του ήταν συνώνυμο του θρύλου των Χάρλερ Γκλόουμπτρότερς, Μάρκες Χέινς, τον άνθρωπο που μπορούσε να ντριμπλάρει την μπάλα 6 φορές το δευτερόλεπτο. Ο Μαρκίζ έμαθε από μικρός για τον έτερο Χέινς και σε ηλικία 3 ετών ήρθε σε πρώτη επαφή με την «σπυριάρα».
Τρομερός σκόρερ στο Λύκειο, άλλο τόσο στο Κολέγιο
Ο Χέινς ήταν προικισμένος σκόρερ από μικρή ηλικία και το απέδειξε αγωνιζόμενος με το Λύκειο του Ίρβινγκ, όπου είχε την τιμή να αποτελεί έναν εκ των κορυφαίων παικτών της περιφέρειας του. Οδήγησε τις «Τίγρεις» του Ίρβινγκ σε τελικό περιφέρειας με ρεκόρ 32-6, μετρώντας 14 πόντους, 5.2 ριμπάουντ και 4.1 ασσίστ ανά παιχνίδι. Σαν τελειόφοιτος Λυκείου κι ενώ είχε σαρώσει όλα τα ρεκόρ της πολιτείας του Τέξας, ο Χέινς είχε 21 πόντους και 8 ριμπάουντ ανά αγώνα, μη έχοντας βέβαια μεγάλο αριθμό σε ασσίστ. Ήταν αρκετά κοντός για τη θέση του σούτινγκ γκαρντ, έτσι οι προπονητές του τον προόριζαν περισσότερο για άσσο.
Απόφοιτος από το Λύκειο του Ίρβινγκ και έχοντας μερικές καλές προτάσεις στα χέρια του, αποφάσισε πως το Κολέγιο της Βοστώνης θα ήταν ιδανικό γι’ αυτόν. Την πρώτη του σεζόν με τους «Αετούς» της Βοστώνης βρήκε συμπαίκτη και συμπαραστάτη του, τον Τάιρις Ράις, καθώς και έναν εξαιρετικό προπονητή, τον Άλμπερτ Σκίνερ τον νεώτερο. Ο Σκίνερ θέλησε να καινοτομήσει με τον Χέινς και να τον τοποθετήσει στον άσσο, δημιουργώντας έναν scoring point guard. Βέβαια αυτό το εγχείρημα δεν πέτυχε, με τον Αμερικανό γκαρντ να δυσκολεύεται αρκετά ως πρωτοετής και να ολοκληρώνει την πρώτη του σεζόν έχοντας 2.5 πόντους και 1 ασσίστ μ.ο. Δυσαρεστημένος από τον χρόνο του και από τον τρόπο χρησιμοποίησης του ήταν έτοιμος για μεταγραφή, ωστόσο σε συνεννόηση με τον Σκίνερ, που του υποσχέθηκε μεγαλύτερο ρόλο, έμεινε άλλη μια σεζόν.
Τα πράγματα δεν έδειχναν καλά σε αντίθεση με τον συμπαίκτη και κολλητό του Ράις, όπου ήταν πρώτος σκόρερ με 17.6 πόντους. Για την ιστορία ο Χέινς τελείωσε τη σεζόν σαν δευτεροετής με 3.8 πόντους και 1.7 ασσίστ. Προβληματισμένος, αλλά σε καμία περίπτωση ηττημένος, ο Χέινς αναζήτησε ένα κολέγιο που θα μπορέσει να του προσφέρει ηγετικό ρόλο κι έτσι μετεγράφηκε στο Άρλινγκτον με προπονητή τον Σκότ Κρος, ο οποίος μέχρι πριν δύο χρόνια ήταν βοηθός. Βέβαια για να γίνει κάτι τέτοιο, έπρεπε ο Χέινς να μείνει ένα χρόνο ανενεργός από το NCAA και να αγωνιστεί ξανά τον επόμενο χρόνο.
Έχοντας συμπαίκτη τον πρώην «κιτρινόμαυρο», Λαμάρκους Ριντ, ο Χέινς εκτίναξε τα στατιστικά του σε 16.5 πόντους 5.1 ριμπάουντ και 3.4 ασσίστ μ.ο. Αγωνιζόμενος περισσότερο στη θέση του πόιντ γκαρντ, κατάλαβε επιτέλους πόσο σημαντική δουλειά έκανε ο Σκίνερ πάνω του τα τελευταία δύο χρόνια. Ως τεταρτοετής και έχοντας πλέον βάλει τη σφραγίδα του στο παιχνίδι των Μάβερικς, ο Χέινς εκτόξευσε τα νούμερα του με τον Κρος να τον εμπιστεύεται απόλυτα. Μετρούσε 22.6 πόντους 4.3 ριμπάουντ και 3.7 ασσίστ με 41% στα τρίποντα.
Το draft και η πρώτη στάση στην Ευρώπη
Ο Μαρκίζ Χέινς ήξερε ότι ανήκει στο ΝΒΑ. Ο λόγος για τον οποίο έφυγε από το Κολέγιο της Βοστώνης ήταν γιατί ήθελε να δείξει το επιθετικό του ταλέντο. Έτσι, έχοντας ολοκληρώσει μια εξαιρετική σεζόν ως τελειόφοιτος, περίμενε να ακούσει το όνομα του στο draft.
Οι ειδικοί επέκριναν την απόφαση του να αφήσει το Κολέγιο της Βοστώνης και τον χαρακτήρισαν ως low star. Δηλαδή σταρ για μικρομεσαία κολεγιακά προγράμματα. Η αλήθεια είναι ότι θα είχε περισσότερες πιθανότητες να γίνει draft αν έμενε στην Βοστώνη, αλλά είναι κάτι που ο ίδιος δεν μετάνιωσε ποτέ. Οι ειδικοί τον συνέκριναν αρκετά με τον Έντι Χάους, κάνοντας λόγο για έναν εξαιρετικό σκόρερ με πολύ καλό ball handling που έπαιζε πολύ επιθετικά κυρίως στον τρανζίσιον, ενώ τα αθλητικά του προσόντα ήταν σε αρκετά καλό επίπεδο. Τα μειονεκτήματα του βέβαια ήταν ότι ενώ είχε το κατάλληλο ύψος για πόιντ γκαρντ, δεν είχε το απαραίτητο court vision και μπασκετική φιλοσοφία για να γίνει καθαρό playmaker. Επίσης ως κόμπο γκαρντ ήταν αρκετά κοντός για να παίξει στη θέση «2». Κάπως έτσι είδε όλες τις ομάδες του draft να τον προσπερνάνε και η προοπτική της Ευρώπης φάνταζε ως πρώτο μέλημα για τον ίδιο.
Ο ίδιος έμοιαζε στεναχωρημένος, αλλά όχι τόσο, όσο η μητέρα του Άντζελα που είχε δηλώσει πως ο γιός της ήταν πλασμένος για το ΝΒΑ και δεν μπορούσε ποτέ να φανταστεί ότι θα παίξει μπάσκετ μακριά. Το πρώτο του επαγγελματικό συμβόλαιο, το υπέγραψε με την Σαλόν Σαονέ της Γαλλίας. Είχε αρκετές δυσκολίες στην προσαρμογή, ωστόσο το Γαλλικό πρωτάθλημα, που κολλάει αρκετά σε Αμερικανούς, ήταν αρκετά χρήσιμο για τον Χέινς. Είχε εξαιρετικά νούμερα και κατέκτησε και το κύπελλο απέναντι στη Λιμόζ , με πρωταγωνιστή τον Μπλέικ Σίλμπ που μέτρησε 26 πόντους. Η ομάδα του κατάφερε να τερματίσει τρίτη πίσω από τη Σολέ και τη Νανσύ, με τον ίδιο να μετράει 14.3 πόντους και 3.9 ασσίστ με 38.3% στα τρίποντα.
Ισπανία και συμπαίκτης με Μπράμο
Επόμενη στάση για τον Μάρκις Χέινς αποτέλεσε η Ισπανική Γκραν Κανάρια του Πέδρο Μαρτίνεζ, νυν προπονητή της Βαλένθια. Ο Μαρτίνεζ είδε στο πρόσωπο του Χέινς το βασικό του επιθετικό γρανάζι, με τον Αμερικανό να τον δικαιώνει, αφού σκόραρε περίπου το 20% των πόντων της ομάδας του, την ώρα που ο δεύτερος είχε 13% και ήταν ο Σπένσερ Νέλσον. Μια ομάδα κομμένη και ραμμένη για τον Χέινς, έχοντας πλάι του τον Τόμας Μπέλλας στη μπακ κορτ και άξιους συμπαραστάτες μπροστά, τους Σπένσερ Νέλσον, Ζουάν Παλάσιος και Τσάμπι Ρέι. Ο Μπράμος τότε ήταν αντικαταστάτης του Χέινς με τον οποίο ανέπτυξαν εξαιρετικές σχέσεις. Ο Μαρτίνεζ δεν σταμάτησε ποτέ του να λέει πόσο ταπεινός σαν χαρακτήρας ήταν ο Χέινς. Ο Αμερικανός γκαρντ συμμετείχε για πρώτη φορά και στο Eurocup, με αρκετά καλή συμμετοχή και 10.5 πόντους ανά 23 λεπτά, ενώ παρόμοια νούμερα είχε και στην ACB.
Γερμανία και το ταξίδι συνεχίζεται
Η ευρωπαϊκή περιπέτεια του Χέινς έμελλε να συνεχιστεί για πολύ ακόμη, με τον επόμενο σταθμό να αποτελούν οι Άρτλαντ Ντράγκονς της Γερμανίας, με τους οποίους αγωνίστηκε πάλι στο Eurocup. Εκείνη η ομάδα αντλούσε τη δύναμη της από την μπακ κορτ της, που αποτελούνταν από το εκρηκτικό δίδυμο των Ντέμοντ Μάλετ και Μάρκιζ Χέινς, αλλά και από τον εξαιρετικό Μπράις Τέιλορ που ήταν ο πρώτος σκόρερ της.
Το Γερμανικό πρωτάθλημα δεν ήταν το ιδανικό για τον Χέινς, ο οποίος είδε τον εκτελεστικό του ρόλο να περιορίζεται πίσω από αυτόν του Τέιλορ. Βέβαια είχε περισσότερα καθήκοντα στον οργανωτικό τομέα, όπου μετρούσε 3.1 ασσίστ. Ολοκλήρωσε τη σεζόν με 11.6 πόντους 3.1 ασσίστ και 2.3 ριμπάουντ.
Η Ιθάκη του στην Ιταλία και η «ανταλλαγή»
Τελειώνοντας άλλη μια σεζόν, συνέχισε το ταξίδι του στην Ιταλία και συγκεκριμένα στην Αρμάνι Μιλάνο, όπου θα αγωνιζόταν για πρώτη φορά στην Euroleague. Ο Λούκα Μπάνκι ήθελε τον Χέινς ως βοηθητικό γκαρντ για να πλαισιώσει την πολύ ταχυδυναμική μπακ κορτ του, όπου βρίσκονταν ήδη οι Λάνγκφορντ και Τζέρελς. Βέβαια, βρέθηκε σε μια περίεργη κατάσταση, παρόμοια με αυτή που είχε βρεθεί στο Κολέγιο της Βοστώνης. Δεν απέκτησε ποτέ ρόλο στην Αρμάνι, αλλά το θετικό ήταν ότι απέκτησε την πρώτη του επαφή με την Euroleague. Μόλις τελείωσε η πρώτη φάση κι ενώ η Αρμάνι στόχευε ψηλά, αποφάσισε να αφήσει ελεύθερο τον Χέινς.
Την ίδια εποχή η Σιένα, λόγω οικονομικών προβλημάτων, έπρεπε να αφήσει το μεγάλο της όπλο, τον Ντάνιελ Χάκετ. Έτσι, η Μιλάνο δίχως να χάσει χρόνο πρόσφερε το buy out στην έτερη ιταλική ομάδα για να κάνει δικό της τον Ιταλοαμερικανό. Κάπως έτσι ο Μαρκίζ Χέινς όντας ελεύθερος, έγινε ο αντικαταστάτης του Χάκετ και δικαίωσε απόλυτα τους ανθρώπους της Σιένα για αυτή την επιλογή.
Έχοντας δίπλα του, άξιους συμπαραστάτες, τον Οθέλο Χάντερ και τον Ματ Τζάνινγκ, κατάφερε να κοντράρει την πρώην του ομάδα στους τελικούς, σκοράροντας 22 και 23 πόντους, ενώ μέτρησε δύο 29άρες στα playoff. Τελείωσε τη σεζόν στην Ιταλία με 14.7 πόντους.
Στους πρωταθλητές Ευρώπης
Καλοκαίρι του 2014 και η Μακάμπι Τελ Αβίβ είχε σηκώσει το 6ο ευρωπαϊκό τρόπαιο της ιστορίας της. Ο Ντέιβιντ Μπλατ είχε μόλις αποχαιρετήσει και η «ομάδα του λαού» ήταν έτοιμη για κάτι καινούργιο. Με τον Γκάι Γκούντες στο τιμόνι ή για να ακριβολογούμε με τον Πίνι Γκέρσον, η Μακάμπι συνέχισε το εκρηκτικό μοτίβο που άφησε κληρονομιά ο Ντέιβιντ Μπλατ.
Με πολυσύνθετη περιφέρεια, που είχε μυαλό, εκρηκτικότητα και καλό μακρινό σουτ, αυτό που ήθελαν από κοινού Γκούντες και Γκέρσον ήταν ένας scoring combo guard να πλαισιώσει τον Πάργκο στο «2». Αυτός δεν ήταν άλλος φυσικά από τον Μαρκίζ Χέινς, ο οποίος βέβαια έκανε το μεγαλύτερο του λάθος να υπογράψει στους πρωταθλητές σε ένα καλοκαίρι που τον διεκδικούσε και ο Παναθηναϊκός του Ντούσκο Ιβάνοβιτς.
Στη Μακάμπι λοιπόν, ο Γκούντες θέλησε να του δώσει χώρο να αναπτύξει το ταλέντο του δίπλα στον Πάργκο. Βέβαια, ο Τζέρεμι Πάργκο όντας το μεγάλο όνομα και ένας παίκτης που αρέσκεται να κρατάει πολύ την μπάλα, δεν κατάφερε σε καμία περίπτωση να συνυπάρξει με τον Χέινς. Ο Αμερικανός ήταν μπερδεμένος, καθώς είναι παίκτης που θέλει να κρατάει επίσης πολύ την μπάλα για να παίρνει πρωτοβουλίες. Όταν λοιπόν όλα αυτά τα έκανε ο Πάργκο, ήταν φυσιολογικό να παραγκωνιστεί ο Χέινς και να μην μπορέσει να βρει ρόλο. Τα νούμερα του ήταν εφιαλτικά, όπως και όλη η παρουσία της Μακάμπι, ένα χρόνο αφότου κατέκτησε το Ευρωπαϊκό τρόπαιο.
Επιστροφή στην Ιταλία και…. Παναθηναϊκός
Μετά την αποτυχημένη σεζόν που είχε με την Μακάμπι, θέλησε να επιστρέψει στο μέρος που πραγματοποίησε εξαιρετικές εμφανίσεις και η Σάσαρι του έδωσε αυτή τη δυνατότητα. Ο Καλβάνι τον εμπιστεύτηκε και του έδωσε από την αρχή τα κλειδιά της ομάδας. Στην ιταλική ομάδα βρήκε μια παρόμοια κατάσταση με αυτή που συνάντησε στο Ισραήλ από άποψης φιλοσοφίας και παικτών. Άναρχο run ‘n gun παιχνίδι, με μη κατανεμημένες επιθέσεις και αρκετούς φυσικούς αθλητές. Βέβαια, η διαφορά ήταν ότι ο Μάρκιζ Χέινς για την Σάσαρι ήταν ότι ο Πάργκο για την Μακάμπι, γι’ αυτό και απέδωσε τα αναμενόμενα. Διέλυσε την πρώην ομάδα του με 26 πόντους, ενώ οι 18 που σκόραρε μέσα στη Μάλαγα ήταν οι δύο καλύτερες του εμφανίσεις. Η Σάσαρι υποβιβάστηκε στο Eurocup, με τον Αμερικανό γκαρντ να μην πτοείται και να συνεχίζει τις καλές εμφανίσεις, μετρόνας σε 4 παιχνίδια 15 πόντους και 6.5 ασσίστ ανά παιχνίδι με 41% στα τρίποντα. Σις 29 Ιανουαρία του 2016 ο Μαρκίζ Χέινς είναι έτοιμος για την μεγαλύτερη πρόκληση της καριέρας του, αφού υπέγραψε με τον Παναθηναϊκό.
Μικρά, μικρά για τον Χέινς
Το πλήρες όνομα του είναι Κιθ Μάρκιζ Χέινς. Η μεγάλη του αδυναμία εκτός από το μπάσκετ είναι η μητέρα του Άντζελα, με την οποία έχουν τακτική επικοινωνία μέσω Skype και την συμβουλεύεται σε κάθε του βήμα. Ο πατέρας του λέγεται επίσης Κιθ και ήταν ο πρώτος του προπονητής. Αυτός βέβαια που του έδειξε τις πρώτες του fancy κινήσεις ήταν ο Μάρκ Μπρούερ, τον οποίο ο Χέινς γνώρισε στα ανοιχτά γηπεδάκια του Τέξας. Ο κολλητός του στο κολέγιο δεν ήταν άλλος από τον Ταιρίς Ράις. Αγαπάει τα social media και διαθέτει προσωπική του ιστοσελίδα και blog. Παίκτης είδωλο γι’ αυτόν είναι ο Μάικλ Τζόρνταν. Αγαπάει το μποξ και τα επιτραπέζια παιχνίδια. Αναφέρει ότι θα μπορούσε να κερδίσει σε σκάκι μέχρι και τον Κασπάροβ.
Scouting Report
Comparison – Marcus Banks – Ίγκορ Ρακόσεβιτς (πιο αθλητικός, λιγότερο σκεπτόμενος)
Ο Μάρκιζ Χέινς είναι κόμπο γκαρντ ύψους 1.91. Αγωνίζεται και στις δύο θέσεις των γκαρντ, ωστόσο είναι πιο εξοικειωμένος με τη θέση «2». Έχει μεγάλο άνοιγμα χεριών γύρω στα 1.97 και στατική έκταση χεριών 2.43. Χαρακτηρίζεται για τα αθλητικά του προσόντα, τη δυναμική άμυνα και το ένστικτο του σκόρερ.
Αθλητικότητα – 7/10
Αρκετά δυνατός αθλητής, καλοδουλεμένοι ώμοι, χειρίζεται άψογα το κορμί του απέναντι στον αντίπαλο που τον πιέζει. Έχει δώσει έμφαση στα πόδια του και είναι αρκετά γρήγορος και εκρηκτικός. Είναι αρκετά φινετσάτος και θα τον χαρακτήριζα αέρινο ως προς τον τρόπο με τον οποίο κινείται με την μπάλα. Πολύ δυναμικό άλμα, ιδίως σε καταστάσεις σουτ μετά από ντρίμπλα. Θα τον δείτε να επιχειρεί αρκετές φορές back door κινήσεις για alley-hoop. Συνολικά είναι αρκετά αθλητικός σε σχέση με τα υπόλοιπα γκαρντ που αγωνίζονται στην Ευρώπη.
Χειρισμός – 7/10
Αρκετά καλός ball handler, μπορεί να κουβαλήσει την μπάλα άνετα και σε αυτό συνέβαλε το γεγονός ότι δούλεψε πολύ τα δύο πρώτα του χρόνια στο κολέγιο ως point guard. Δεν είναι ο κλασσικός Αμερικανός σκόρερ, υπό την έννοια ότι δεν χρησιμοποιεί πολλούς μηχανισμούς για την αντιμετώπιση των αντιπάλων. Αρέσκεται σε hesitation κινήσεις ή στην απλή σταυρωτή για να ξεμαρκαριστεί. Είναι πολύ εκρηκτικός και γι’ αυτό χρησιμοποιεί αρκετά την in and out ντρίμπλα, με συνδυασμούς στο ένας εναντίον ενός, ενώ θα παρατηρήσετε πόσο σημαντικό είναι το αριστερό του πόδι για να μπορέσει να ξεφύγει. Βλέπεται χρησιμοποιεί αρκετές απλές σταυρωτές για να σηκωθεί σε ένα απλό pull up jumper (σουτ μετά από ντρίμπλα συνήθως μέσης απόστασης 5 ή 6.5 μέτρων). Συνολικά ένας καλός χειριστής, που μπορεί να αγωνιστεί αρκετά εύκολα και στη θέση «1».
Σουτ – 9/10
Διαθέτει έναν από τους κορυφαίους μηχανισμούς εκτέλεσης και σε συνδυασμό με το μεγάλο άλμα είναι σχεδόν αδύνατον να τον σταματήσεις. Έχει δουλέψει πάρα πολύ τον συγχρονισμό ποδιών, άλματος και απελευθέρωσης για να φτάσει σε αυτό το σημείο. Το άγγιγμα του κατά την απελευθέρωση είναι πολύ soft και γι’ αυτό θα παρατηρήσετε πόσο «γλυκά» καταλήγει η μπάλα στο καλάθι μετά από σουτ του Αμερικανού. Μπορεί να σκοράρει τόσο σε καταστάσεις spot shooting (σουτ μετά από πάσα) ή ακόμη και σε καταστάσεις σουτ μετά από ντρίμπλα χρησιμοποιώντας αλλεπάλληλες απλές σταυρωτές, όπως θα διαβάσατε παραπάνω. Σπάει πολύ καλά τον καρπό, τον οποίο απελευθερώνει αρκετά γρήγορα μετά από σουτ. Πολύ γρήγορη απελευθέρωση και shooting execution (εκτέλεση).
Επιθετικότητα – 8/10
Κάτι που τον χαρακτηρίζει από τα χρόνια του στο κολέγιο είναι η επιθετικότητα «on and off the ball». Ο τρόπος που αντιμετωπίζει τον κάθε αντίπαλο, ο τρόπος που τρέχει την ομάδα του στο τρανζίσιον, ο τρόπος με τον οποίο επιτίθεται την μπασκέτα, χαρακτηρίζονται από υψηλή επιθετικότητα. Παίκτης ο οποίος δεν δειλιάζει να βουτήξει για μπάλες, να πολεμήσει με το κορμί του και να παίξει και «μπουνιές» αν χρειαστεί για την ομάδα του. Αν θελήσει να επιτεθεί προς τη μπασκετά, θα το κάνει και αποτελεσματικά μάλιστα, αρκεί να μην φοβηθεί προς το τελείωμα. Δεν θα τον χαρακτήριζα ως finisher, αλλά διεισδύει τόσο δυναμικά προς το καλάθι, που μπορείς να ελπίζεις σε φάουλ.
Οργάνωση – 6/10
Μπορεί να αγωνιστεί και στη θέση «1», αλλά δεν έχει τα απαραίτητα fundamentals για να χαρακτηριστεί ως playmaker, άρα περιορίζεται σαν ένα 2άρι με καλό court vision. Οι καταστάσεις με τις οποίες πασάρει είναι κυρίως μόλις περάσει τον προσωπικό του αντίπλαο. Σε αυτή την περίπτωση δημιουργεί ρήγμα και μπορεί να πασάρει στον ελεύθερο ψηλό. Σε αντίθετη περίπτωση, πασάρει αρκετά καλά στην αδύναμη πλευρά και εδώ φαίνεται το ότι βλέπει γήπεδο παραπάνω από τον μέσο γκαρντ.
Επιθετικά(Overall) – Βασίζεται αρκετά στο σουτ μετά από ντρίμπλα και πολλές φορές μπορεί να μπλοκάρει και να μην επιτεθεί στο καλάθι, αλλά να αρκεστεί σε σουτ μέσης απόστασης. Βέβαια έχει όλους του απαραίτητους μηχανισμούς για να κάνει διείσδυση. Τα τελειώματα του είναι αρκετά smooth, όπως και το άγγιγμα του στη μπάλα κατά το σουτ, κάτι που μου θυμίζει τα τελειώματα του Ραμέλ Κάρι. Αρέσκεται στο να κινείται πολύ χωρίς την μπάλα. Δεν θα πάρει τραβηγμένες προσπάθειες, ενώ χαρακτηρίζεται και πολύ clutch σαν παίκτης. Το απέδειξε σε αρκετά ματς με την Μακάμπι, αλλά κυρίως φέτος στη Σάσαρι. Του αρέσει να τρέχει στο τρανζίσιον, ενώ σε σετ παιχνίδι θα λειτουργήσει βασει της αντίπαλης άμυνας. Αν του δώσει χώρο θα επιχειρήσει να διεισδύσει για να βρει τον ελεύθερο παίκτη, αλλιώς σε κλειστές άμυνες κατά κόρον επιχειρεί μακρινό σουτ. Χρησιμοποιεί τα picks κυρίως για να εκτελέσει και λιγότερο για να οργανώσει.
Άμυνα – 7/10
Μιλώντας καθαρά περιφερειακά, θα μπορούσες να τον χαρακτηρίσεις και ως «locker». Παίκτης ο οποίος μπορεί βάσει σωματικών προσόντων και θέλησης να «κλειδώσει» τον αντίπαλο. Μου αρέσει ο τρόπος που αμύνεται πάνω στη μπάλα και είναι ίδιος με τον τρόπο που επιτίθεται στη μπασκέτα. Επιθετικότητα είναι η λέξη κλειδί για την αμυντική λειτουργία του Χέινς. Το σημαντικό βέβαια είναι ότι χάρης στην πίεση που ασκεί πάνω στη μπάλα και στο σουτ, δυσκολεύει αρκετά τις αποφάσεις των αντιπάλων και δεν δίνει εύκολο τρίποντο. Έχει αρκετά καλά πλάγια βήματα, αλλά θέλει δουλειά στην πλευρική του ταχύτητα. Συνολικά, είναι ένας πολύ καλός περιφερειακός αμυντικός.
Αδυναμίες
Προβληματίζει το γεγονός ότι ενώ είναι πολύ αθλητικός μπορεί να χάσει την ισορροπία του στον αέρα. Δυσκολεύεται αρκετά σε πιο αθλητικούς αντιπάλους και χάνει αρκετά σε θέμα μπασκετικού IQ. Είναι καθαρό shoot first guard και γι’ αυτό ίσως τον δείτε να επιτίθεται εκεί που έχει περισσότερους παίκτες, αντί να αποφύγει την κυκλοφορία. Παίκτης περισσότερο ενστίκτου παρά μυαλού, κάτι που μπαίνει στα μείον. Κρατάει πολύ την μπάλα, άλλοτε με σωστές επιλογές και άλλοτε κουράζοντας την, γι’ αυτό και έρχεται και ο μεγάλος αριθμός λαθών. Πρέπει να βάλει τον εαυτό του να λειτουργεί και ως second role guard, γιατί σε περίπτωση που δεν βρει πρωταγωνιστικό ρόλο και στον Παναθηναϊκό αυτή η μεταγραφή θα είναι «δίκοπο μαχαίρι».
*Αφιερωμένο εξαιρετικά στον αδερφό μου Νικόλα Φλωράτο