Ποδόσφαιρο
Μικάελσεν: «Δεν ήταν κοντά μας ο Βαρδινογιάννης – Έτσι έφυγα»
Ο Γιάν Μικάελσεν μιλά αποκλειστικά στο “Όλα Πράσινα” και μετά από αρκετά χρόνια αποκαλύπτει με πολλές λεπτομέρειες πως οδηγήθηκε εκτός Παναθηναϊκού μετά την κατάκτηση του νταμπλ.
Ο Γιάν Μικάελσεν μιλά αποκλειστικά στο “Όλα Πράσινα” και μετά από αρκετά χρόνια αποκαλύπτει με πολλές λεπτομέρειες πως οδηγήθηκε εκτός Παναθηναϊκού μετά την κατάκτηση του νταμπλ. Η άγνωστη ιστορία με τον… Τιερί Ανρί, οι ευθύνες της διοίκησης στα αίσχη της Ριζούπολης, οι Μαρκαριάν, Κυράστας και Σουμ, ο Γιάννης Βαρδινογιάννης και το λάθος με την Πόρτο στη Λεωφόρο, για το οποίο ακόμη… τα βάζει με τον εαυτό του.
Μέτρησε 103 συμμετοχές και 7 γκολ με τη φανέλα του Παναθηναϊκού, αποτέλεσε αναπόσπαστο κομμάτι της ομάδας που μεσουράνησε στα ευρωπαϊκά γήπεδα τη διετία 2001 – 2003 και «έσπασε» τον μονόλογο του Ολυμπιακού μετά από 7 χρόνια κυριαρχίας, κατακτώντας το νταμπλ το 2004.
Ο λόγος για τον Γιάν Μικάελσεν, τον Δανό πρώην μέσο που αγαπήθηκε από τον κόσμο του “Τριφυλλιού” όσο λίγοι.
Ο ίδιος μιλά αποκλειστικά στο “Όλα Πράσινα” και στον Άρη Αντωνόπουλο και αποκαλύπτει ιστορίες και γεγονότα που για πρώτη φορά βλέπουν το φως της δημοσιότητας.
«Πολύ καλός μου φίλος ο Χένρικσεν, μαθαίνω πώς τα πηγαίνει ο Παναθηναϊκός»
Σε ποιο σημείο της καριέρας σου σε βρίσκουμε;
“Αυτή τη στιγμή δεν ασχολούμαι με κάτι. Από τη στιγμή που σταμάτησα το ποδόσφαιρο το 2009 δηλώνω προπονητής. Έχω δουλέψει στην Κοπεγχάγη με την ομάδα Κ17 στις Ακαδημίες και στη συνέχεια εργάστηκε στην Ομοσπονδία, αναλαμβάνοντας προπονητής της εθνικής Δανίας Κ17 για 4 χρόνια, ενώ στη συνέχεια επέστρεψα στις Ρεζέρβες της Κοπεγχάγης ως διευθυντής Ακαδημιών. Έμεινα εκεί μέχρι τον Νοέμβριο, ωστόσο υπήρξαν κάποιες διαφωνίες με τη διοίκηση και έτσι αποχώρησα”.
Παρακολουθείς παιχνίδια του Παναθηναϊκού;
“Όχι, είναι δύσκολο για μένα, γιατί όλο αυτόν τον καιρό ήμουν εξαιρετικά απασχολημένος με τα δικά μου παιχνίδια. Συνεπώς, δεν μπορούσα να κάνω κάτι παραπάνω από το να διαβάζω απλώς για την πορεία της ομάδας. Μιλάω, όμως με τον Ρενέ (σ.σ. Χένρικσεν), ο οποίος είναι πολύ κοντά με τον Παναθηναϊκό, και έχω καταλάβει ότι ο σύλλογος έχει κάποια σοβαρά οικονομικά προβλήματα. Γνωρίζω ότι η ομάδα παίζει με νεαρούς Έλληνες παίκτες, οι οποίοι τα πηγαίνουν σχετικά καλά. Όχι στον βαθμό που απέδιδε η παλιά ομάδα, αλλά όπως ακούω έχουν προοπτικές εξέλιξης. Οπότε, αυτό είναι πολύ σημαντικό και καλό”.
Πώς τα πηγαίνει ο Ρενέ Χένρικσεν με την υγεία του;
“Ο Ρενέ έχει διαγνωστεί με κάποια μορφή καρκίνου και υποβάλλεται σε θεραπεία. Ωστόσο, θα ήθελα να πω πως ως ένδειξη σεβασμού προς τον Ρενέ δεν θα πω κάτι παραπάνω για το θέμα αυτό. Είναι επιθυμία του ίδιου, ναι μεν να μην το κρατά μυστικό, αλλά δε να μην συζητιέται πολύ το ζήτημα. Αυτό που έχει πει σε εφημερίδες της Δανίας είναι πως έχει καρκίνο και πως κάνει θεραπεία. Αυτό είναι το μόνο που θέλω να πω.
Πάντως, μιλάμε ακόμη αρκετά με τον ίδιο. Είμαστε πολύ καλοί φίλοι και θεωρώ πως μοιραζόμαστε πολλές εμπειρίες από το παρελθόν. Ειδικά όσον αφορά την… ελληνική περιπέτειά μας, όμως δεν θα πρέπει να ξεχνάμε ότι ο Ρενέ κι εγώ έχουμε παίξει μαζί και σε σύλλογο στη Δανία πριν τον Παναθηναϊκό. Υπήρξαμε συμπαίκτες για 6 χρόνια, οπότε για μένα είναι ένας εξαιρετικός φίλος και προσπαθούμε να βλέπουμε ο ένας τον άλλο τουλάχιστον μια φορά στις 15 ημέρες. Είναι τρομερός τύπος και οι οικογένειές μας είναι κοντά, η φιλία μας κοντεύει να κλείσει 20ετία”.
«Έτσι έφυγα από τον Παναθηναϊκό, χρεώνω στον εαυτό μου ένα λάθος στο ματς με την Πόρτο»
Πιστεύεις ότι θα μπορούσες να είχες μείνει περισσότερα χρόνια στον Παναθηναϊκό;
“Ναι, θα μπορούσα. Η κατάσταση ήταν λίγο περίεργη για να είμαι ειλικρινής. Βέβαια, έχουν περάσει πολλά χρόνια από το 2004 και έτσι ίσως να ξεχνώ κάποιες λεπτομέρειες. Αυτό που θυμάμαι είναι ότι συζητούσαμε με τον τεχνικό διευθυντή της ομάδας (σ.σ. Βέλιμιρ Ζάετς) μόλις έληξε το συμβόλαιό μου εκείνη τη χρονιά, προκειμένου να επεκτείνουμε για ένα χρόνο ακόμη την ήδη υπάρχουσα συνεργασία. Ουσιαστικά, σκόπευαν να μου καταθέσουν μια πρόταση επέκτασης συμβολαίου με τις ίδιες ετήσιες απολαβές και σκόπευα να πω το “ναι”, παρά το γεγονός πως είχα και κάποιες άλλες προτάσεις στα χέρια μου από συλλόγους της Δανίας και της Νορβηγίας.
Stoiximan… Το παιχνίδι ξεκινά από εσένα
Παρόλα αυτά, όταν μιλήσαμε ξανά με το club, μου είπαν ότι δεν μπορούν να μου προσφέρουν ξανά το ίδιο συμβόλαιο κι ότι πλέον αυτό που μου προτείνουν είναι ένα συμβόλαιο με χαμηλότερες οικονομικές απολαβές. Αυτό θεώρησα πως δεν ήταν δίκαιο, καθώς υπήρξα βασικός στην ομάδα για 3 χρόνια και μόλις είχαμε κερδίσει το νταμπλ, ενώ όταν είχα έρθει στον Παναθηναϊκό μου είχαν πει πως αν τα πάω καλά θα μου προσφέρουν ακόμη καλύτερο συμβόλαιο. Αυτό είναι όμως το ποδόσφαιρο. Νομίζω πως εκεί υπήρξαν κάποια θέματα και γι’ αυτό ενημέρωσα τον σύλλογο πως δεν ήταν αυτή η συμφωνία που είχαμε κάνει μεταξύ μας. Συνεπώς, έφυγα γιατί δεν μου έδωσαν το ίδιο συμβόλαιο ξανά. Αυτός ήταν ο λόγος.
Ξαναλέω πως εγώ σκόπευα να πω το “ναι” σε μια τέτοια πρόταση, αφού τόσο εγώ, όσο και η οικογένειά μου, ήμασταν πανευτυχής στην Αθήνα, μας άρεσε το κλίμα, αγαπούσαμε την ομάδα. Ακόμη, μόλις είχαμε πετύχει το νταμπλ και την επόμενη σεζόν θα παίζαμε στο Τσάμπιονς Λιγκ, αλλά αυτό είναι το επαγγελματικό ποδόσφαιρο. Αγαπούσα να παίζω για τον Παναθηναϊκό κι ήταν μια εξαιρετική εμπειρία για μένα και την οικογένειά μου. Μετά πήγα στη Νορβηγία, όπου πέρασα 5 υπέροχα χρόνια και έπαιξα ποδόσφαιρο μέχρι τα 38 μου.
Έχω την αίσθηση πάντως, πως όπως και εγώ, έτσι κι ο Ρενέ δεν έπαιξε πολύ με τον Γιτζάκ Σουμ στον πάγκο του Παναθηναϊκού, και θεωρώ πως και την επόμενη χρονιά ο ίδιος δεν θα με χρησιμοποιούσε πολύ. Αυτή ήταν η δική μου αίσθηση”.
Ο Γιτζάκ Σουμ, όμως, την επόμενη σεζόν αποχώρησε…
“Ναι, το ξέρω… Θεωρώ πως τη χρονιά που κερδίσαμε το νταμπλ δεν παίξαμε το καλύτερο δυνατό ποδόσφαιρο σε σχέση με τα προηγούμενα δύο χρόνια. Πιστεύω πως το καλύτερο ποδόσφαιρο το παίξαμε τις σεζόν 2001/02 και 2002/03, ενώ νομίζω πως είχαμε και καλύτερη ομάδα. Αυτό φάνηκε και στην Ευρώπη. Όταν παίξαμε στην Ευρώπη εκείνα τα δύο χρόνια πήγαμε σε δύο προημιτελικούς.
Στο μεταξύ, ακόμη κατηγορώ τον εαυτό μου για ένα λάθος που έκανα στο παιχνίδι κόντρα στην Πόρτο στη Λεωφόρο, όταν χάσαμε με σκορ 2-0. Είχαν εξαιρετική ομάδα. Πήραν το Γιουρόπα Λιγκ (τότε UEFA Cup) και την επόμενη χρονιά το Τσάμπιονς Λιγκ. Στην Πορτογαλία νικήσαμε με 1-0, ήμασταν λίγο τυχεροί και είχαμε καλή άμυνα, όμως στη Λεωφόρο θυμάμαι πως έκανα ένα ανόητο λάθος στο πρώτο γκολ του αγώνα και μετά χάσαμε με 2-0. Θυμάμαι ότι έπρεπε να παίξω κόντρα στον Ντέκο, να τον μαρκάρω. Όμως, παίξαμε πολύ καλό ποδόσφαιρο. Ήμασταν καλά οργανωμένοι και παίζαμε περισσότερο σαν ομάδα.
Όπως και να ‘χει, οι στιγμές αυτές στην Ευρώπη είναι αξέχαστες για μένα. Παίξαμε με Άρσεναλ, Ρεάλ Μαδρίτης, Σάλκε στη Λεωφόρο, όλα αυτά ήταν μεγάλα παιχνίδια”.
Θα μπορούσε ο Παναθηναϊκός του διαστήματος 2001 – 2003 να είχε κατακτήσει έναν ευρωπαϊκό τίτλο;
“Τώρα πλέον είναι εξαιρετικά δύσκολο να συμβεί κάτι τέτοιο, καθώς τα χρήματα που έχουν οι ομάδες σε Αγγλία και Ισπανία έχουν ξεφύγει από τα υπόλοιπα πρωταθλήματα και κυρίως από το ελληνικό.
Πάντως, για το παρελθόν, πιστεύω ότι ήμασταν το αουτσάιντερ κόντρα στην Πόρτο, ενώ το ίδιο ήταν κι η Εθνική Ελλάδος που κατέκτησε το Euro 2004, όμως είχαμε ποιότητα. Αν μιλήσω σαν Σκανδιναβός, που εμείς έχουμε περισσότερη πειθαρχία και δομή σε κάποια πράγματα (είναι δύσκολο να το εκφράσω, γιατί δεν θεωρώ ότι αυτά τα στοιχεία είναι τα καλύτερα), θεωρώ ότι αν διατηρούσαμε την ηρεμία μέσα στην ομάδα μετά από κάποιες ήττες νομίζω πως θα είχαμε ακόμη καλύτερα αποτελέσματα. Είδαμε ότι πάρα πολλοί παίκτες από εκείνα τα χρόνια πωλήθηκαν. Παίκτες που την επόμενη χρονιά στέφθηκαν πρωταθλητές Ευρώπης.
Όπως και να έχει, θεωρώ πως για να κατακτήσεις έναν ευρωπαϊκό τίτλο, εκτός από ποιότητα, θες και λίγη τύχη. Και με την Πόρτο είχαμε λίγη τύχη στο εκτός έδρας ματς, αλλά ήμασταν άτυχοι στην Αθήνα. Είχαμε ποιότητα σαν ομάδα, είχαμε εξαιρετικούς παίκτες σε όλες τις θέσεις, ενώ είχαμε και πολύ δυνατό πάγκο, όπως και έναν εξαιρετικό προπονητή. Αναφέρομαι στον κύριο Μαρκαριάν, ο οποίος θυμάμαι πως ήρθε στην ομάδα για δεύτερη φορά όταν η ομάδα ξεκίνησε τη σεζόν 2002/03 πολύ άσχημα με τον Σάντος στον πάγκο και κατάφερε να ανατρέψει το κλίμα. Επίσης, ο κύριος Κυράστας που με έφερε στον Παναθηναϊκό ήταν εξαιρετικός προπονητής”.
Η γνώμη σου για τους Μαρκαριάν και Σουμ; Μπορείς να τους συγκρίνεις;
“Είναι πολύ δύσκολο να τους συγκρίνεις. Πλέον είμαι και εγώ προπονητής και βλέπω πόσο σημαντικοί είναι οι παίκτες σε μια ομάδα. Κι ο προπονητής είναι σημαντικός, όμως έχουν υπάρξει πολύ καλοί προπονητές που έχουν χάσει παιχνίδια με κακούς παίκτες και κακοί προπονητές που έχουν κερδίσει παιχνίδια με καλούς παίκτες. Συνεπώς, εκτός από προπονητή, πρέπει να έχεις και καλούς παίκτες.
Νομίζω πως ο κύριος Μαρκαριάν ήταν καλός, επειδή ήταν και καλός ως άνθρωπος. Δεν ήταν πιεστικός και δεν λειτουργούσε ως δικτάτορας. Ήταν πολύ φιλικός και θύμιζε περισσότερο προπονητή που προέρχεται από τη Βόρεια Ευρώπη, σαν Σκανδιναβός. Τακτικά ήταν εντάξει και οργάνωνε την ομάδα πολύ καλά κι αυτός είναι ένας από τους λόγους που πετυχαίναμε πράγματα στην Ευρώπη. Παλεύαμε ο ένας για τον άλλο και είχαμε κάποιους εξαιρετικούς παίκτες που έπαιζαν ποδόσφαιρο για αρκετά χρόνια μαζί. Υπήρχε αρκετά καλή σχέση μεταξύ μας τότε”.
Συνεπώς, είναι ο καλύτερος προπονητής που πέρασε από τον Παναθηναϊκό όσο παρέμεινες στην ομάδα;
“Χμμ… Ναι, μπορώ να το πω αυτό. Βέβαια, μου άρεσε πολύ κι ο Κυράστας. Προσπάθησε κι εκείνος να παίξει καλό ποδόσφαιρο, όμως το πρόβλημα ήταν πως δεν γνώριζε αγγλικά και δεν μπορούσε να επικοινωνήσει καλά με τους ξένους παίκτες. Αυτό ήταν ένα μειονέκτημα, ενώ στη συνέχεια αρρώστησε και… πέθανε. Μάλιστα, θυμάμαι πολύ καλά και την κηδεία του. Ήταν μια πολύ δυνατή εμπειρία για μένα, ήταν εκεί ολόκληρη η ομάδα απ’ όσο θυμάμαι.
Αλλά για μένα, ο Μαρκαριάν ήταν ο κορυφαίος. Τον είχα τον περισσότερο καιρό ως προπονητή. Είχε την εμπειρία, ήταν ήρεμος, ήταν καλός άνθρωπος”.
Η πιο ανεξίτηλη ιστορία που σου έρχεται στο μυαλό από τα χρόνια που έπαιξες στον Παναθηναϊκό;
“Είναι τόσες πολλές… Θυμάμαι ανεξίτηλα το τι συνέβη όταν πήραμε το ντάμπλ. Για μένα ήταν ό,τι καλύτερο, γιατί πιστεύω πως αξίζαμε να κερδίσουμε κάτι τα πρώτα δύο χρόνια που ήμουν στην ομάδα. Δεν τα είχαμε καταφέρει και δεν ξέρω το γιατί. Πολλά ακούς ως ξένος όταν έρχεσαι στην Ελλάδα για να παίξεις ποδόσφαιρο, Ακούς για τα πολιτικά, για τους διαιτητές και για όλα αυτά. Αλλά, για μένα ήταν τρομερό που πήραμε το νταμπλ μετά από χρόνια χωρίς τίτλο, έχοντας παίξει κυρίαρχο ρόλο στην ομάδα.
Ακόμη, ιδιαίτερα ήταν και τα παιχνίδια που παίξαμε στην Ευρώπη. Ειδικά, την πρώτη χρονιά μου στην ομάδα όταν περάσαμε από τη δεύτερη φάση των ομίλων και παίξαμε στο Καμπ Νου. Ακόμη θυμάμαι όταν ο Βλάοβιτς στις καθυστερήσεις έστειλε τη μπάλα χιλιοστά δίπλα από το δοκάρι. Μπορείς να σκεφτείς, μπορείς να ονειρευτείς τι θα γινόταν αν περνούσαμε στα ημιτελικά;
Επομένως, αυτά που θυμάμαι πιο έντονα είναι τα ευρωπαϊκά παιχνίδια μας, το νταμπλ και τα ντέρμπι με τον Ολυμπιακό”.
«Λάθος της διοίκησης να ξεκινήσει το ματς στη Ριζούπολη, κάηκαν Νικοπολίδης και Καραγκούνης»
Γιατί ο Παναθηναϊκός τις σεζόν 2001/02 και 2002/03 δεν κέρδισε κανέναν τίτλο στην Ελλάδα; Αρκετοί έχουν την εντύπωση πως εκείνη η ομάδα αδικήθηκε από τους διαιτητές.
“Τη δεύτερη σεζόν μου στην ομάδα ξεκινήσαμε πολύ άσχημα με τον Σάντος. Χάσαμε πολλούς βαθμούς στα πρώτα παιχνίδια και μετά ήρθε πίσω ο Μαρκαριάν. Το ίδιο συμβαίνει κι εδώ στη Δανία. Αν χάσεις κάποιους βαθμούς τη στιγμή που το πρωτάθλημα το διεκδικούν δύο ή τρεις ομάδες, είναι δύσκολα. Δεν είναι τα πράγματα όπως στην Αγγλία.
Δεν κατηγορώ τους διαιτητές. Δεν θεωρώ πως είμαι σε θέση να το κάνω αυτό, γιατί δεν έχω κάποια απόδειξη. Δεν ξέρω… Έχω αυτή την αίσθηση, όμως δεν παρακολουθούσα τα παιχνίδια του Ολυμπιακού. Άκουγα όμως πολλές φήμες. Πολλές φορές χρησιμοποιούμε τους διαιτητές και σαν δικαιολογία. Έτσι λοιπόν, όταν δεν πήραμε τους βαθμούς που έπρεπε να πάρουμε στα πρώτα τρία παιχνίδια εκείνης της σεζόν, μόνο τους εαυτούς μας μπορούμε να κατηγορήσουμε. Δεν λειτουργήσαμε ως ομάδα και δεν ήμασταν έτοιμοι από την αρχή. Ο Σάντος κι η ομάδα δεν δούλεψαν καλά μαζί και δεν ξέρω γιατί, αλλά δεν είχαμε καλά συναισθήματα ο ένας για τον άλλο. Αυτό ήταν το μεγάλο πρόβλημα στη σεζόν 2002/03, το ότι μείναμε τόσους βαθμούς πίσω από νωρίς”.
Υπήρξε, όμως, στη συνέχεια και το περιβόητο ντέρμπι της Ριζούπολης. Τι έγινε εκεί; Πώς το βίωσες εκ των έσω;
“Αυτό το παιχνίδι δεν έπρεπε να το είχαμε παίξει ποτέ. Είδαμε όλοι τι έγινε στην Αργεντινή με τη Ρίβερ Πλέιτ και τη Μπόκα Τζούνιορς. Δεν λέω ότι όλα όσα έγιναν στη Ριζούπολη ήταν το ίδιο, αλλά και πάλι ήταν παρόμοιο. Θεωρώ ότι δεν ήμασταν ισορροπημένοι όταν ξεκίνησε το παιχνίδι, επειδή οι Καραγκούνης και Νικοπολίδης είχαν… καεί. Είχαν χτυπηθεί από φωτοβολίδες. Σε οποιαδήποτε άλλο πρωτάθλημα, ένα τόσο σημαντικό ματς που έκρινε τίτλο, δεν θα είχε παιχτεί. Ήταν μεγάλο λάθος της ομάδας που επέτρεψε να παίξουμε αυτό το ντέρμπι.
Θυμάμαι πολύ καλά ότι μετά από 20 λεπτά παιχνιδιού χάναμε με 2-0, γιατί όλοι ήμασταν σοκαρισμένοι. Δεν ήταν φυσιολογικά όλα όσα έγιναν και δεν πρέπει να ξαναγίνουν ποτέ. Ήταν κακή ιδέα να παίξουμε, ήταν λάθος και άδικο. Ακόμη κι αν γινόταν το ίδιο στη Λεωφόρο, το ίδιο θα έλεγα.
Δείχναμε πολύ ενοχλημένοι και κουρασμένοι στο γήπεδο, επειδή οι περισσότεροι φοβόμασταν για την υγεία μας. Εάν μια από τις φωτοβολίδες έβρισκε τον Καραγκούνη στο κεφάλι, θα τραυματιζόταν για όλη του τη ζωή. Είναι τρελό! Είδαμε τι έγινε και στην Αργεντινή. Κάποια πράγματα από αυτά που είδαμε έγιναν και στη Ριζούπολη”.
Είναι αλήθεια ότι υπήρξαν μπράβοι στα αποδυτήρια σε εκείνο το ματς; Στην Ελλάδα κυκλοφορεί έντονα η συγκεκριμένη φήμη.
“Όχι, δεν θυμάμαι κάτι τέτοιο. Αυτό που θυμάμαι είναι πως αρκετοί έψαχναν να βρουν μικρόφωνα, μήπως μας ηχογραφούν. Ήταν τρελό. Πάντως, δεν θυμάμαι να βρέθηκε κάτι.
Για μένα το πρόβλημα ήταν το ζέσταμα κι ότι υπήρξαν παίκτες που χτυπήθηκαν από φωτοβολίδες. Είχαμε κάνει ζέσταμα μέσα στον κύκλο στη σέντρα. Θα έπρεπε να είχαμε αποχωρήσει κατά τη διάρκεια της προθέρμανσης και να μην παίξουμε. Είχαν χτυπηθεί άνθρωποι. Δεν μπορείς να παίξεις ποδόσφαιρο όταν φοβάσαι ότι ανά πάσα στιγμή μπορείς να χτυπηθείς από φωτοβολίδες. Θα μπορούσαμε να είχαμε τυφλωθεί ή να είχαμε καεί. Το τελευταίο όπως είπα το είδαμε να συμβαίνει στους Καραγκούνη και Νικοπολίδη. Είχαν καεί οι μπλούζες τους! Ήταν τρελό και από τύχη δεν υπήρξαν σοβαρότεροι τραυματισμοί”.
«Δεν ήταν κοντά στην ομάδα ο Βαρδινογιάννης, θα επέστρεφα στον Παναθηναϊκό»
Πώς σου φάνηκε η απόφαση του Νικοπολίδη να πάει στον Ολυμπιακό, ενώ είχε χτυπηθεί από τους οπαδούς της ομάδας με φωτοβολίδες;
“Κατά τη γνώμη μου, ο Νικοπολίδης ήταν ένας φανταστικός τερματοφύλακας. Ήταν πολύ μπροστά από την εποχή του, επειδή ήταν καλός στο παιχνίδι με τα πόδια. Γενικά είχε ηρεμία στο παιχνίδι του, όμως νομίζω πως οι αποφάσεις του όταν είχε τη μπάλα στα πόδια ήταν top επιπέδου. Μάλιστα, πάντα τον συμπαθούσα και σαν άνθρωπο.
Τώρα, γιατί πήγε στον Ολυμπιακό; It’s business… Ενδεχομένως να συνέβη κάτι με το συμβόλαιό του στον Παναθηναϊκό, αλλά δεν ξέρω, ποτέ δεν μίλησα μαζί του γι’ αυτό το θέμα. Βέβαια, πάντα απογοητεύεσαι όταν ένας καλός παίκτης αποφασίζει να πάει στον κύριο αντίπαλό σου, αλλά όπως και να έχει, στη δική μας ομάδα θεωρώ πως ο Νικοπολίδης ήταν σημαντικός. Ήταν ο αρχηγός μας. Τον σέβομαι και τον θεωρώ φίλο μου, ήταν ένας από αυτούς που μιλούσα περισσότερο όσο έμεινα στον Παναθηναϊκό, καθώς μιλούσε και καλά αγγλικά, ενώ είχε και χιούμορ. Αλλά όπως είπα και πριν, πάντα είναι απογοητευτικό όταν πηγαίνει κανείς στον αντίπαλο…
Πρέπει να είχε τους λόγους του. Ποτέ δεν ξέρεις. Μπορεί ο Παναθηναϊκός να μην του πρότεινε ένα καλό συμβόλαιο. Καμιά φορά πρέπει να σκεφτείς και το οικονομικό στη ζωή, όμως δεν ξέρω κάτι παραπάνω για το θέμα”.
Ο Γιάννης Βαρδινογιάννης ήταν κοντά στην ομάδα; Πώς θα τον περιέγραφες ως πρόεδρο της ομάδας;
“Για να είμαι ειλικρινής, όταν ήρθα στον Παναθηναϊκό δεν ήταν πλέον πρόεδρος ο… παλιός Βαρδινογιάννης, αλλά ο ανιψιός του. Δεν είχα στενή σχέση με τον Γιάννη. Νομίζω πως τον είχα συναντήσει μόλις δύο ή τρεις φορές στα τρία χρόνια που έμεινα στην ομάδα, οπότε δεν μπορώ να πω πως ήταν κοντά στην ομάδα.
Βέβαια, δεν μπορούσα να διαβάσω τι έγραφαν οι εφημερίδες της εποχής, αν και καταλάβαινα κάποια ελληνικά. Δεν ξέρω αν μιλούσε ή αν έδινε συνεντεύξεις και τι έλεγε, αλλά δεν είχε στενή σχέση με την ομάδα. Ξέρω από τον Ρενέ πως πριν έρθω, ο παλιός ιδιοκτήτης, ο Γιώργος, ήταν πολύ αγαπητός από τον κόσμο και παθιαζόταν πολύ με το ποδόσφαιρο. Ο Γιάννης ήταν λίγο πιο… επίσημος”.
Μπορείς να θυμηθείς την πιο… περίεργη ιστορία από τα χρόνια σου στον Παναθηναϊκό;
“Οι ιστορίες είναι πολλές, αλλά σίγουρα μια ιστορία με τον Ανρί στα παιχνίδια με την Άρσεναλ μου έχει μείνει. Είχε κάνει μάλιστα και τον γύρο του κόσμου, γιατί ο Ανρί ήταν πολύ γνωστός παίκτης και έτσι έγινα κι εγώ μαζί του. Ο Ανρί συμπεριφερόταν σαν… μικρό παιδί και ήταν πολύ αναστατωμένος με το γεγονός πως η ομάδα του είχε ηττηθεί στη Λεωφόρο. Είχε μεγάλο πρόβλημα στο να αποδεχθεί την ήττα από τον Παναθηναϊκό. Θυμάμαι πως όταν μπήκε στον αγωνιστικό χώρο μου είπε πως… ‘θα είναι πολύ δύσκολα για εσάς στο Λονδίνο’. Γενικά, μιλούσε πολύ και έλεγε τέτοιου είδους πράγματα.
Μετά, όταν παίξαμε στο Λονδίνο οι φίλαθλοι της Άρσεναλ με γιούχαραν κάθε φορά που είχα τη μπάλα, όμως μετά είδαν τον Καραγκούνη και τον Πάουλο Σόουζα… Ίσως ο Καραγκούνης έπεφτε λίγο πιο εύκολα στο χορτάρι στα πρώτα λεπτά και μετά άρχισαν να γιουχάρουν εκείνον αντί για εμένα (γέλια)! Ήταν πολύ αστείο”.
Πάντα είχε τον τρόπο του ο Γιώργος Καραγκούνης…
«Ο… ‘Κάρα’ ήταν φανταστικός παίκτης, ένας τρομερός ποδοσφαιριστής. Ωστόσο, κάποιες φορές είχε συνηθίσει τόσο πολύ να πέφτει κάτω, που πολλές φορές θα μπορούσε να περάσει και να ντριμπλάρει τον αντίπαλο αντί να πέσει. Άλλα όπως και να ‘χει, για μένα ήταν πάρα πολύ καλός ποδοσφαιριστής και εξαιρετικός άνθρωπος. Τον σέβομαι πάρα πολύ!”.
Θα ήθελες να πεις κάτι στον κόσμο;
“Ναι, φυσικά και θα ήθελα. Από το νέο έτος σκοπεύω να επισκεφτώ την Ελλάδα. Βασικά, συνεργάζομαι με έναν Έλληνα, ώστε να πραγματοποιήσουμε ορισμένες προπονήσεις την Άνοιξη και έτσι θα είμαι στην Ελλάδα τουλάχιστον για δύο εβδομάδες. Θα πάμε στην Πάρο και στη Νάξο και εκεί θα κάνουμε κάποια ποδοσφαιρικά camps, ελπίζοντας να δούμε εκεί αρκετό κόσμο. Θα ενημερώσω για περισσότερες πληροφορίες μόλις έχω νεότερα, ωστόσο νομίζω πως θα είμαστε εκεί μεταξύ Μαΐου και Ιουνίου.
Συνεπώς, εάν θέλει ο κόσμος μπορεί να έρθει και να προπονηθεί, να δει πως είναι να προπονείται επαγγελματικά, και θα έχουν ως προπονητή εμένα. Θα προσπαθήσω να το κάνω αυτό κάθε χρόνο, ενδεχομένως σε διαφορετικά μέρη, όμως τώρα θα ξεκινήσουμε από την Πάρο και τη Νάξο.
Εάν υπάρξει ενδιαφέρον και για την Αθήνα, θα είναι ευχαρίστησή μου. Όποιος ενδιαφέρεται να διοργανώσουμε κάτι τέτοιο, μπορεί να επικοινωνήσει μαζί μου.
Έχω κάνει το ίδιο στην Ιταλία και στη Δανία, με νέα αγόρια και κορίτσια. Από 8 χρονών και άνω, μπορούμε να κάνουμε καλή ομάδα και να δουν τα παιδιά πώς είναι να προπονούνται σαν επαγγελματίες. Η πρόθεσή μου είναι τα νέα παιδιά να απολαύσουν μια όμορφη εμπειρία, κάτι που συμβαίνει όσες φορές το έχω κάνει σε άλλες χώρες”.
Θα έβλεπες ξανά τον εαυτό σου στον Παναθηναϊκό από άλλο πόστο;
“Είμαι ανοιχτός σε αυτό. Τα παιδιά μου μεγάλωσαν, ζουν μόνα τους και πλέον η γυναίκα μου κι εγώ έχουμε ξανά την ελευθερία μας (γέλια).
Εάν ο Παναθηναϊκός ενδιαφερθεί για κάτι, μπορεί πάντοτε να με καλέσει. Γνωρίζω ότι έχουν τώρα έναν Δανό προπονητή στις Ακαδημίες, ο οποίος μάλιστα είναι καλός μου φίλος. Του μίλησα και του έδωσα συγχαρητήρια για τη νέα δουλειά του στην παλιά μου ομάδα.
Έχω δυνατά συναισθήματα για τον Παναθηναϊκό. Ξέρω ότι τώρα έχουν αλλάξει πολλά από την εποχή που ήμουν παίκτης, σε οικονομικό επίπεδο κι όχι μόνο, αλλά για μένα θα είναι εξαιρετικό να έχω ξανά κάποιου είδους σύνδεση με την ομάδα.
Παρόλα αυτά, δεν μου έχουν προτείνει κάτι ποτέ, οπότε μέχρι στιγμής έχω κάνει δικά μου πράγματα κι έχω υπάρξει προπονητής για περίπου 10 χρόνια και πιθανότατα θα συνεχίσω να είμαι. Όμως, εάν πιστεύουν πως μπορώ να βοηθήσω κάπου, μπορούν να με καλέσουν. Είμαι ανοιχτός σε αυτό, αγαπώ τον σύλλογο. Για μένα τα χρόνια που πέρασα ήταν φανταστικά. Άλλωστε, αγαπώ και τη χώρα και αυτός είναι ένας από τους λόγους που θέλω να γυρίσω για λίγο με τα camps”.