Μπάσκετ
Λάνγκφορντ: «Δεν με νοιάζουν τα λεφτά, πάμε!»
Φιλοξενούμενος στο podcast του Τζο Αρλάουσκας ήταν ο Κιθ Λάνγκφορντ. Ο Αμερικανός γκαρντ του Παναθηναϊκού αναφέρθηκε στην απόρριψη παλαιότερης πρότασης των «πράσινων» και στην αποδοχή δίχως καν να διαπραγματευτεί της προσφοράς που του έκαναν το καλοκαίρι.
Φιλοξενούμενος στο podcast του Τζο Αρλάουσκας ήταν ο Κιθ Λάνγκφορντ. Ο Αμερικανός γκαρντ του Παναθηναϊκού αναφέρθηκε στην απόρριψη παλαιότερης πρότασης των «πράσινων» και στην αποδοχή δίχως καν να διαπραγματευτεί της προσφοράς που του έκαναν το καλοκαίρι.
Αναλυτικά:
Για τον Παναθηναϊκό: «Το άθλημα αυτό δεν συγχωρεί. Δεν έχεις συχνά δεύτερες ευκαιρίες. Για εμένα το να απορρίψω τον Παναθηναϊκό και να επιστρέψει και να έχω μια δεύτερη ευκαιρία… όταν με πήραν τηλέφωνο είπα δεν διαπραγματεύομαι, δεν με νοιάζουν τα λεφτά, πάμε… είναι ευκαιρία μου».
Για το πρώτο διάστημα στη Μακάμπι: «Όταν βρέθηκα στην Μακάμπι, δεν είχα λεφτά, δεν είχα εμπιστοσύνη στον εαυτό μου. Ήμουν κλεισμένος στον εαυτό μου. Τον πρώτο μήνα δεν μπορούσα να βάλω βολή. Μπορεί να βρήκα τον καλό μου εαυτό, αλλά εκεί είναι σκληροί στις διαπραγματεύσεις, αλλά όλο μου το σκεπτικό ήταν, έχω χάσει εκατομμύρια, πρέπει να βγάλω λεφτά. Θα ήθελα να μείνω, αλλά είχα διαφορετική αποστολή. Η πρώτη σεζόν στην Μιλάνο ήταν δύσκολη, αλλά στην δεύτερη με τον Μπάνκι έφερε το σύστημα του και έφτιαξε την ομάδα και απλά πήγαμε καλά.
Για την Ούνικς και τις προτάσεις: «Είχα ευκαιρίες πριν την Ούνικς, έμεινα τρεις σεζόν, έκανα δουλειά, πήρα χρήματα.. είχα προσφορές από ομάδες Euroleague, αλλά ήταν όλες χειρότερες. Πίστευα ότι είχα πολύ καλή σεζόν, ήμουν σε καλή κατάσταση. Είχα προσφορές από τον Παναθηναϊκό και την Βαλένθια και είπα ότι δεν είναι αυτό που πρέπει να συμβεί, μετά από τέτοιες σεζόν. Ήμουν σε καλό σημείο της καριέρας μου. Η ομάδα μου δεν είχε την επιτυχία που έπρεπε».
Για την Κίνα: «Δεν μου άρεσε η Κίνα από την πρώτη μέρα. Χτύπησα, εγχειρίστηκα πάλι. Όλοι έλεγαν ότι είμαι σκόρερ και θα είμαι μια χαρά στην Κίνα, αλλά δεν πάει έτσι. Χρειάζομαι μια ομάδα για να νικήσω, χρειάζομαι ένα πλαίσιο και ο τρόπος που παίζαμε δεν ήταν καλός. Ήμουν άβολα. Με κοιτούσαν και έλεγαν, ‘τι γίνεται, που είναι οι 50 πόντοι;».
Για τον Μπλατ: «Ο Μπλατ είναι δάσκαλος και ψυχολόγος. Ξέρει τι χρειάζεται ο κάθε παίκτης».